Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Σκέψεις για μια νέα ιδρυτική πράξη για την αριστερά

Η εκλογική επιρροή της αριστεράς κάθε απόχρωσης και σ’αυτές τις ευρωεκλογές, παρότι η ψήφος είναι πιο ελαστική, κυμάνθηκε στα γνωστά ποσοστά της. Ο δικομματισμός παρά τη μικρή κάμψη του, κράτησε σε γενικές γραμμές τις δυνάμεις του και αν δούμε και τη σημαντική ενίσχυση των δυνάμεων του ΛΑΟΣ, τότε μαλλον έχουμε μιαν ενίσχυση της πολιτικής εκπροσώπησης των πιο φοβικών, συντηρητικών τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Το ΚΚΕ παρά τις θεωρίες συνομωσίας περί προβοκάτσιας, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις ψήφους που πήρε το 2007 αλλά ούτε αυτούς που το ψήφισαν στις ευρωεκλογές του 2004.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργώντας προεκλογικά μεγάλες προσδοκίες, πήρε τελικά τα γνωστά ποσοστά του, με μια μια μικρή κάμψη των δυνάμεών του σε σχέση με το 2007.
Οι ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ κατάφεραν να εκλέξουν ευρωβουλευτή, αφού αύξησαν σημαντικά τις δυνάμεις τους σε σχέση με το 2007 αλλά και με το 2004. Βεβαίως μένουν πολλά να δείξουν ακόμη και να αποδείξουν ότι μπορούν να εκφράσουν μια σοβαρή και ολοκληρωμένη προοδευτική εναλλακτική πολιτική πρόταση και ότι δεν αποτελούν το χώρο που συγκεντρώνει απλά την διαμαρτυρία.
Συμπέρασμα : Η αριστερά σήμερα με τη μορφή των δύο πόλων της (ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ) δεν αποτελεί μια εναλλακτική πειστική επιλογή για τους πολίτες.
Κάποια προσέγγιση λέει ότι φταίει η έλλειψη ενότητας της αριστεράς και ότι εάν είχαμε την κατάσταση του 1989 με τον ενιαίο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ τότε τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Ίσως ναι ίσως όχι. Σήμερα όμως είναι 2009 και η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική.
Το πρόβλημα κατά τη γνώμη μου είναι βαθύτερο και συνδέεται με τη φυσιογνωμία και τη στρατηγική της αριστεράς. Και εξηγούμαι, σημειώνοντας μόνο τρεις πλευρές της φυσιογνωμίας και της στρατηγικής της αριστεράς σήμερα.

1. Η αριστερά δεν έχει κόψει ακόμη αποφασιστικά και τελεσίδικα τον ιδεολογικό ομφάλιο λώρο με τον πάλαι ποτέ «υπαρκτό σοσιαλισμό». Και αυτό γιατί δεν έκανε ποτέ μια βαθειά επανεκτίμηση αυτού του συστήματος. Και εννοούμε βασικά στα θέματα των οικονομικών και παραγωγικών σχέσεων αυτού του συστήματος, στη μη λειτουργία της αγοράς, στη δικτατορία του ενός κόμματος, στα θέματα της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών και σε μια σειρά άλλα προβλήματα που συνδέθηκαν με το σύστημα αυτό και έχουν αφήσει βαθειές αρνητικές εντυπώσεις στους πολίτες. Και κυρίως για το θέμα του ρόλου και της λειτουργίας του Κράτους. Οι πολιτικές της αριστεράς σήμερα σε μια σειρά θέματα στην τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα, έχουν έναν έντονο κρατισμό, απόρροια αυτής της ιδεολογικής προσέγγισης, ανεξάρτητα εάν έχει αποδειχθεί και στη χώρα μας ότι κάθε κρατικό δεν σημαίνει και φιλολαϊκό. Ούτε πείθει το επιχείρημα, ότι το σοσιαλιστικό κράτος θα είναι διαφορετικό. Γιατί αυτό το συνδέουν με το «υπαρκτό σοσιαλιστικό» κράτος, της ανελευθερίας και του χαμηλού επιπέδου κοινωνικής ευημερίας που διασφάλισε για τους πολίτες του το σύστημα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Άρα χρειάζεται να γίνει μια μεγάλη τομή μέσα στην αριστερά που θα κόψει κάθε σχέση και κάθε δεσμό με τον κρατισμό, την ανελευθερία και τον καταναγκασμό που συνδέθηκαν με τον «υπαρκτό σοσιαλισμό». Και αυτό πρέπει να εκφράζεται σε όλες τις πολιτικές της σήμερα.
2. Η αριστερά σήμερα δεν μπορεί να θεωρεί κάθε εκσυγχρονισμό, κάθε μεταρρύθμιση ενσωμάτωση στο σύστημα και στο όνομα αυτό να τις καταδικάζει ως φιλελευθερισμό και να τελειώνει. Έχοντας μια σχηματική και αντιδιαλεκτική προσέγγιση για την κίνηση της ιστορίας, θεωρεί κάθε μεταρυθμιστικό μέτρο μικρό ή μεγάλο, που παίρνεται στα πλαίσια αυτού του συστήματος «ρετουσάρισμα» του. Κάθε μέτρο που θα βοηθούσε τη κίνηση της κοινωνίας προς τα εμπρός, η αριστερά αντί να το ενισχύει και να το προωθεί, συνήθως το καταδικάζει και το καταγγέλλει, ως ψευτοβελτιώσεις του συστήματος και ψευδαίσθηση αλλαγής. Στο όνομα κάποιας αντικαπιταλιστικής ρητορείας, ξεχνάει ένα βασικό συμπέρασμα που έχουμε από την ίδια την ιστορική εξέλιξη. Σε όλες τις μεταβάσεις από το ένα κοινωνικό σύστημα στο άλλο π.χ. από την φεουδαρχία στον καπιταλισμό, δεν έχουμε κάποια συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης του ενός και έναρξης του επόμενου. Αυτά τα δύο συστήματα συνυπήρξαν για πολλά χρόνια, δεκατετίες, ίσως και αιώνες ολόκληρους. Σε μερικές χώρες ακόμη και σήμερα, ίσως να έχουμε κατάλοιπα φεουδαρχικών σχέσεων. Αυτό σημαίνει ότι η ροή της ιστορίας δεν είναι ευθύγραμμη και γραμμική. Ότι κάποια στιγμή τελειώνουμε με τον καπιταλισμό και αρχίζουμε την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Αυτό έγινε και στον «υπαρκτό σοσιαλισμό». Τουλάχιστον στην αρχή που οι προθέσεις ήταν πιο αγνές, πίστεψαν ότι μπορούσαν να «χτίσουν» αμέσως το σοσιαλισμό. Και γιαυτό είχαμε αυτές τις αντιδημοκρατικές μεθοδέυσεις, με τη βίαιη κολεκτιβοποίηση, με τη βία να καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων, υποτίθεται για το κοινό καλό, που στην συνέχεια έγιναν καθεστώς καταναγκασμών, ανελευθερίας, απαγορεύσεων, σταλινισμός. Και όλα αυτά στο όνομα ενός «ιερού» σκοπού. Του «σοσιαλισμού». Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ένα ρητό με εγκληματικές επιπτώσεις στους ανθρώπους, ακόμη και στην ζωή τους. Όποιος δεν συμφωνούσε ήταν εχθρός του «σοσιαλισμού». Ο αγώνας όμως για μια καλύτερη κοινωνία είναι συνεχής και διαρκής και μάλλον αέναη και άπειρη όπως είναι η ζωή στη φύση, αφού αφορά αλλαγές στη συνείδηση των ανθρώπων και όχι για κάποιο κατασκεύασμα που επιβάλλεται από τα «πάνω» και με τη βία. Και γίνεται ασφαλώς και από τα «πάνω» και κυρίως από τα «κάτω». Με αλλαγές κυρίως στις συνειδήσεις των ανθρώπων και όχι με βία και με αναγκαστικές πολιτικές. Η αριστερά σήμερα δεν μπορεί να είναι αρνητική στις μεταρρυθμίσεις του συστήματος και ας είναι στα πλαίσια του συστήματος. Και ας προτείνονται και από άλλους πολιτικούς φορείς. Το κριτήριο για την αριστερά δεν μπορεί να είναι από ποιον προωθείται κάποια πολιτική, ούτε εάν αποτελεί κάτι ολοκληρωμένο και ριζικό σύμφωνα με την δική της συνολική αντίληψη, αλλά εάν το κάθε μέτρο είναι σε όφελος μιας καλύτερης κοινωνίας και αν προσθέτει κάτι στην υπόθεση αυτή. Οι μεταρυθμίσεις μπορεί να γίνονται στα πλαίσια του συστήματος, και να ενσωματώνονται στο σύστημα, αλλά η αριστερά δεν είναι ανάγκη να ενσωματώνεται στο σύστημα και αυτό να είναι μια ειδοποιός διαφορά της. Η αριστερά μέσα από την προώθηση των μεταρυθμίσεων να δείχνει το μέλλον και την προοπτική. Και κυρίως να πείθει. Και να αλλάζει συνειδήσεις. Κριτήριο για την ορθότητα ενός μέτρου, είναι εάν αυτό καλυτερεύει τη ζωή των πολλών και κυρίως των κοινωνικά αδυνάτων. Εάν αυτό είναι αντικειμενικά και καλυτέρευση του καπιταλισμού λίγο έχει σημασία και σε τελευταία ανάλυση γιατί είναι κακό να καλυτερεύουμε το υπάρχον σύστημα, τον υπάρχοντα τρόπο ζωής και ας το λέμε και καπιταλισμό. Οι πολίτες μέσα απ’αυτή τη διαδικασία συνειδητοποιύν την πορεία προς το καλύτερο. Γιατί τις λύσεις πρέπει να τις αναζητήσουμε στο σήμερα και όχι να τις αναβάλλουμε σε κάποιο αδιόρατο σοσιαλιστικό αύριο. Και αυτό θέλουν και οι άνθρωποι. Γιαυτό ψηφίζουν τα κόμματα. Για το σήμερα και όχι για κάποιο καλύτερο αύριο, που είναι στα μυαλά κάποιων και θέλουν να το κάνουν πεποίθηση και στην κοινωνία.
3. Στενά δεμένο με τα προηγούμενα είναι η εγκατάλειψη ουσιαστικά της πολιτκής μιας ευρωπαϊκής αριστεράς, με σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό, με την έννοια της εμβάθυνσης της δημοκρατίας, την κοινωνική συνοχή των λαών της Ευρώπης, την αλληλεγγύη, την από κοινού αντιμετώπιση των μεγάλων παγκόσμιων προκλήσεων της εποχής από τους λαούς της Ευρώπης. Έτσι παρακολουθούμε μια ολική επαναφορά της αριστεράς σε πολιτκές εθνικές περιχαράκωσης. Η πρότασή της είναι άρνηση σε όλα. Κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας, κατάργηση της συμφωνίας του Μάαστριχτ, κατάργηση του Συμφώνου της Λισσαβώνας. Όμως αυτές οι συμφωνίες ουσιαστικά είναι οι βάσεις ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατάργησή τους στη χώρα μας σημαίνει και αποδέσμευση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό προτείνει αβασάνιστα το ΚΚΕ, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ με τις τελευταίες προσεγγίσεις του ουσιαστικά το ίδιο λέει. Όμως ας δούμε τα πράγματα πιο ρεαλιστικά. Η συνάντηση είκοσι επτά ευρωπαϊκών χωρών και η λειτουργία τους, στα πλαίσια έστω και αυτού του αδύνατου δημοκρατικά θεσμικού πλαισίου, που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελεί μια σημαντική προοδευτική εξέλιξη, σε μια ήπειρο που τον πορηγούμενο αίωνα έζησε δύο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους. Σήμερα σε έναν αβέβαιο κόσμο, όπου διαμορφώνονται νέο παγκόμιοι πόλοι όπως η Κίνα, η Ινδία, η Λατινική Αμερική, η παρουσία μιας ενιαίας και ισχυρής Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο θετικά μπορεί να λειτουργήσει για την παγκόσμια κοινότητα. Και όσο πιο δημοκρατική γίνεται αυτή η Ευρώπη, όσο περισσότερο βαθαίνει η δημοκρατία και η συμμετοχή των πολιτών στις διεργασίες αυτές, τόσο καλύτερα για τους λαούς της Ευρώπης. Η αποχή των πολιτών από τις ευρωεκλογές δείχνει μια απαξίωση στην ιδέα μιας ανίσχυρης και γραφειοκρατικής Ευρώπης. Η ερμηνεία κάποιων ότι η μεγάλη αποχή των ευρωπαίων πολιτών από τις πρόσφατες εκλογές είναι στοιχείο ότι οι πολίτες δεν θέλουν την Ευρώπη είναι κατά τη γνώμη μας βαθειά λανθασμένη. Γιατί μια άλλη ερμηνεία είναι, ότι οι ευρωπαίοι πολίτες θέλουν μια Ευρωπαϊκή Ένωση πιο δημοκρατική, που θα εκλέγουν οι ίδιοι την ηγεσία της, που θα «ξεφύγει» από τα στενά πλαίσια μιας οικονομικής ένωσης, που θα γίνει μια πολιτική οντότητα με ισχυρή φωνή στα παγκόσμια προβλήματα, του περιβάλλοντος, της κοινωνικής συνοχής, των παγκόσμιων ανισοτήτων. Ασφαλώς η σημερινή ένωση έχει τεράστια ελλείμματα δημοκρατίας. Όμως αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο για την αριστερά. Το να καταγγέλλεις μόνο δεν βγάζει τίποτε. Απλά βοηθάς να διαιωνίζεται η ίδια κατάσταση. Αντί να καταγγέλλει λοιπόν, να μιλήσει για τα θέματα αυτά, για μια δημοκρατική Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να δώσει ένα νέο όραμα, αυτό το όραμα που λείπει σήμερα από τους ευρωπαίους πολίτες. Κάποιοι λένε ότι δεν γίνεται τίποτα αφού κυριαρχούν τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, παρά μόνο εάν ανατραπεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ασφαλώς στην Ευρωπαϊκή Ενωση, έχουμε εκτός από τους πολίτες της και τα οικονομικά μονοπώλια, τις πολυθενικές, το μεγάλο κεφάλαιο, τις πολεμικές βιομηχανίες. Ασφαλώς οι δυνάμεις αυτές προσπαθούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις και το ευρωπαϊκό γίγνεσθει, όπως αυτές θα ήθελαν. Χωρίς να απλουστεύουμε τα πράγματα, γιατί οι εξελίξεις δεν καθορίζονται από κάποιες λέσχες δυνατών που συνεδριάζουν κρυφά και αποφασίζουν (γίνεται και αυτό βέβαια χωρίς να σημαίνει ότι τις καθορίζουν αποκλειστικά), ταυτόχρονα υπάρχουν και εκατομμύρια πολίτες που μπορούν και αυτοί όχι απλά να επηρεάσουν αλλά να καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις, αφού είναι εκατομμύρια φορές περισσότεροι. Σ’αυτήν λοιπόν την Ευρώπη, την ευρώπη των αντιφάσεων, των συγκρούσεων, των ανισοτήτων, χρειάζεται η αριστερά να δράσει και να πείσει για το όραμά της τους πολίτες, αντί απλά να την καταγγέλλει. Και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία η αριστερά θα κερδίζει τους πολίτες και θα αλλάζει τους συσχετισμούς για μια Ευρώπη της προόδου, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας.

Πολλά άλλα παρόμοια θέματα θα μπορούσαν να αναφερθούν.
Αν η αριστερά δεν δει αυτά τα θέματα σήμερα, δεν έχει κανένα νόημα να υπάρχει έτσι για να υπάρχει σε οποιαδήποτε μορφή, ενωμένη ή χωριστά. Κατά τη γνώμη μου χρειάζεται μια επανίδρυση της σύγχρονης δημοκρατικής αριστεράς.


Κώστας Χαϊνάς

Χαλκίδα 10 Ιουνίου 2009