Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2019

Τι θα γίνει με την συμφωνία των Πρεσπών ;



Η επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή, είναι το μεγάλο ζητούμενο των ημερών. Αφού από την εξέλιξη που θα έχουμε σε σχέση με το θέμα, θα εξαρτηθεί η Κυβερνητική πορεία αλλά ίσως και οι εκλογές. Ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. Η επίλυση του προβλήματος με τους βόρειους γείτονες μας  είναι ζητούμενο εδώ και αρκετές δεκαετίες. Όμως δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες αφού στην ηγεσία της γειτονικής χώρας είχαν επικρατήσει ακραίες εθνικιστικές δυνάμεις. Η έλευση της Κυβέρνησης Ζάαεφ, δημιούργησε ένα καλύτερο κλίμα. Τι έπρεπε να κάνει λοιπόν μια σοβαρή ελληνική Κυβέρνηση. Να αξιοποιήσει το καλό κλίμα, να συνεννοηθεί με τις ευρωπαϊκές τουλάχιστον πολιτικές δυνάμεις της χώρας και με συναίνεση μέσα από κοινοβουλευτικές διαδικασίες, να προχωρήσει σε συνομιλίες με την γείτονα. Η επιλογή αυτών των συναινετικών διαδικασιών για το συγκεκριμένο θέμα, δεν συνδέεται μόνο με την μεγάλη σημασία που έχει, αλλά και γιατί όλοι γνωρίζουμε πόσα προβλήματα έχει δημιουργήσει στο παρελθόν στην χώρα και πόσο μεγάλη ζημιά έχει προκαλέσει ιστορικά στην εθνική συνοχή, οι λανθασμένες θέσεις που είχε πάρει κατά καιρούς η αριστερά για το Μακεδονικό, τις οποίες βεβαίως μεταγενέστερα αναθεώρησε.

Άρα με βάση και αυτόν τον μείζονα ιστορικό λόγο μια Κυβέρνηση της αριστεράς, επιβαλλόταν να αναζητήσει ευρείες συναινέσεις, για την επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος της ονομασίας της γειτονικής χώρας. Αυτές οι συναινετικές διαδικασίες θα προσέδιδαν όχι μόνο αξιοπιστία στις συνομιλίες, αλλά και περισσότερα επιχειρήματα μιας καλύτερης διαπραγμάτευσης και μιας καλύτερης συμφωνίας. Όμως η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, προτίμησε να προχωρήσει σε μια συμφωνία των δύο Πρωθυπουργών, που την διαχειρίστηκαν οι δύο υπουργοί εξωτερικών, χωρίς όμως την συναίνεση, όχι μόνο των υπολοίπων ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων, αλλά ούτε καν του Κυβερνητικού τους εταίρου, ο οποίος διαφωνεί κάθετα με την συγκεκριμένη συμφωνία. Έτσι από την πρώτη στιγμή η Κυβέρνηση και συγκεκριμένα το Μαξίμου, εργαλειοποίησε το πρόβλημα. Με σκοπό να δημιουργήσει προβλήματα στην αντιπολίτευση και κυρίως στην συνοχή της Νέας Δημοκρατίας και του ΚΙΝΑΛ. Με μεγάλη είναι αλήθεια μαεστρία καλλιέργησε την αντίληψη ότι όσοι διαφωνούν με την συμφωνία είναι ακροδεξιοί και όσοι είναι υπέρ της συμφωνίας είναι οι προοδευτικοί. Η λογική των στρατοπέδων. Και έτσι έθετε και τις βάσεις του περίφημου Προοδευτικού Μετώπου και την εκκίνηση του εγχειρήματος σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή της επιδίωξης ηγεμονίας του κεντροαριστερού χώρου, μια επιχείρηση την οποία θα δούμε να εξελίσσεται άμεσα με διάφορες πρωτοβουλίες.

Προσωπικά πιστεύω ότι ο κος Τσίπρας ήταν από την αρχή σε συνεννόηση με τον κ. Καμένο και γι αυτό η διαδικασία προχώρησε έως και την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών με την ανοχή του κ. Καμένου, με απουσία όμως της Βουλής και των διαβουλεύσεων με τα υπόλοιπα κόμματα. Μέχρι εκεί όμως, αφού οι διαβεβαιώσεις που δίνονταν στον κ. Καμένο, ήταν ότι η συμφωνία των Πρεσπών δεν πρόκειται να έρθει στην ελληνική βουλή, αφού ήταν αδύνατο να περάσει από την βουλή των Σκοπίων. Πράγματι, ο συσχετισμός των δυνάμεων, όπως είχε διαμορφωθεί μετά τις εκλογές που ανέδειξαν τον κ. Ζάεεφ, δεν ήταν ικανός να δημιουργήσει συνθήκες πλειοψηφίας και υπερψήφισης της συμφωνίας των Πρεσπών στην ΠΓΔΜ. Όμως το Μαξίμου και ο κος Καμένος δεν είχαν υπολογίσει καλά την δυναμική και τούς παράγοντες Αμερική και Ευρώπη.

Πράγματι η ΠΓΔΜ μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας αναδείχθηκε σε σημαντικό παράγοντα για τα δυτικά συμφέροντα. Η κατάσταση στο Κοσυφοπέδιο και γενικά σε ορισμένες από τις νέες χώρες της π.Γιουγκοσλαβίας είναι ρευστή και έχουν αναδειχθεί σε πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Δύση και την Ρωσία. Άρα η επίλυση της διμερούς διαφοράς Ελλάδας – ΠΓΔΜ για το όνομα, αποκτά μεγάλη προτεραιότητα για τον διεθνή παράγοντα και αυτό δικαιολογεί και την μεγάλη πίεση που ασκούν Αμερική και Ευρώπη προς την Ελλάδα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της συμφωνίας των Πρεσπών. Ασφαλώς τα συμφέροντα της Ελλάδας συνάδουν με την πολιτική ένταξης της ΠΔΓΜ στο ΝΑΤΟ άμεσα και στην ΕΕ στο μέλλον. Αυτό το έντονο ενδιαφέρον του διεθνούς παράγοντα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί πιο δημιουργικά από την ελληνική Κυβέρνηση, εξασφαλίζοντας όχι μόνο μια καλύτερη συμφωνία, αλλά κυρίως μια συμφωνία η οποία θα τύχαινε της ευρύτατης συναίνεσης των ευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων και κυρίως της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί ένα τέτοιο θέμα –ξαναλέμε- με τόσο έντονο ιστορικό φορτίο ειδικά για την αριστερά, μόνο με τέτοιες συναινέσεις μπορεί να επιλυθεί. Δυστυχώς όμως το Μαξίμου σε συνεννόηση με τον κ. Καμένο προτίμησαν την εργαλειοποίηση του προβλήματος και την πολιτική του εκμετάλλευση.

Και τώρα τι γίνεται, εάν η συμφωνία περάσει και τον τελευταίο σκόπελο της τελευταίας ψηφοφορίας της Βουλής των Σκοπίων, που είναι και το πιθανότερο σενάριο ; Επειδή αυτή η εξέλιξη δεν ήταν από τις αναμενόμενες στους Κυβερνητικούς εταίρους, εξηγείται σε ένα βαθμό και ο εκνευρισμός που παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες. Αυτό που θα ήθελαν από την αρχή ο κ. Τσίπρας και ο κ. Καμένος, ήταν να κάνει ο καθένας το κομμάτι του στα διαφορετικά ακροατήρια που απευθύνονται, αλλά αφού η συμφωνία κάπου θα σκάλωνε, σύμφωνα με τις προσδοκίες τους, όμορφα και ωραία θα μπορούσαν ο καθένας από την πλευρά του να δικαιολογηθεί ότι αγωνίσθηκε με όλες τις δυνάμεις του, αλλά βλέπετε η κακή αντιπολίτευση δεν τους αφήνει να αγιάσουν. Προσέξτε το τραγελαφικό. Το Μαξίμου (συγκεκριμένα ο κος Τσίπρας, ο πρώτος Κυβερνητικός εταίρος) να κατηγορεί την αντιπολίτευση και να την εκθέτει στον διεθνή παράγοντα και στους φιλελεύθερους και κεντραριστερούς ψηφοφόρους, ότι δεν το αφήνει να λύσει ένα χρονίζον πρόβλημα και ο κ. Καμένος (ο δεύτερος Κυβερνητικός εταίρος) να κοκορεύεται ότι αυτός εμπόδισε την επικύρωση της συμφωνίας.

Τώρα που η συμφωνία των Πρεσπών που μάλλον έρχεται στην Βουλή τι θα γίνει ; Εκτιμούμε ότι την ίδια τακτική θα ακολουθήσουν και πάλι οι κ.κ. Τσίπρας και Καμένος. Δηλαδή, δεν πρόκειται να έρθει στην Βουλή και οι δύο πρωταγωνιστές μας Κυβερνητικοί εταίροι, θα επιδιώξουν ακόμη και με πολεμικές κραυγές μεταξύ τους, να κερδίσουν τις εντυπώσεις στα ακροατήρια τους και κυρίως να κερδίσουν όσο γίνεται περισσότερους ψήφους στις επερχόμενες εκλογές, από την εκμετάλλευση του προβλήματος με την ΠΓΔΜ. Ο ένας γιατί πολέμησε με όλες τις δυνάμεις του για να το λύσει και ο άλλος Κυβερνητικός εταίρος, γιατί εμπόδισε μια προδοσία”. Ένα πρόβλημα βεβαίως που αντικειμενικά,  αγωνίσθηκαν και οι δύο με όλες τους τις δυνάμεις να μεταβιβάσουν ως δώρο στην επόμενη Κυβέρνηση. Τώρα εάν διαψευστούμε και η συμφωνία έρθει τελικά στην Βουλή, τότε δύο ενδεχόμενα έχουμε. Είτε να υπερψηφισθεί, είτε να καταψηφισθεί από κάποια τελείως περιστασιακή και συγκυριακή πλειοψηφία, χωρίς κανένα παρών, αλλά ούτε και μέλλον. Σε κάθε περίπτωση εκτιμούμε ότι καμιά από τις δύο επιλογές δεν θα λύσει το πρόβλημα, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πολιτικά δεδομένα στην χώρα. Και έτσι αναγκαστικά θα το διαχειρισθεί η επόμενη Κυβέρνηση με δυσκολότερους όρους, μετά τις εκλογές οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να αποφευχθούν. Εκτός εάν μεταλλαχθούν και όροι, όπως πλειοψηφία, νομιμοποίηση, εμπιστοσύνη και χάσουν εντελώς το νόημά τους

7-1-2019
Κώστας Χαϊνάς