Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Το μετέωρο βήμα της δημοκρατικής αριστεράς

Όταν οι πολιτικές του ΣΥΝ καθορίζονται όχι με βάση τη σκληρή πραγματικότητα του μετεκλογικού τοπίου και τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά την απήχηση τους (!) στις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ.

Διαβάζοντας την πρόσφατη πολιτική απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ (25/10/2009), προσπάθησα να καταλάβω ποιες είναι οι προτεραιότητες και οι νέες πολιτικές επεξεργασίες της δημοκρατικής αριστεράς, μετά τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου και τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.
Δυστυχώς αυτό που κατανόησα είναι μία από τα ίδια. Δηλαδή μια αυτοκριτική και κριτική που περιορίζεται στα γνωστά «οργανωτίστικα» θέματα, στις ατομικές συμπεριφορές κάποιων στελεχών, άντε και στην κακή λειτουργία κάποιων τάσεων. Μια προσέγγιση και ανάλυση που δεν συνάδει ούτε στο ελάχιστο με την ομιλία και το κλείσιμο στο ίδιο σώμα, του ίδιου του προέδρου του ΣΥΝ, που ήταν πολύ πιο τολμηρή και έθεσε πολλά ερωτηματικά και αμφισβητήσεις και καλά έκανε. Στην συνέχεια ήρθε η απόφαση της ΚΠΕ που έκλεισε τα «ανοικτά» θέματα με τις γνωστές βεβαιότητες της αριστεράς. Πουθενά δεν αναφέρεται έστω και ως υποψία, μήπως κάπου φταίει και η ακολουθούμενη πολιτική της προηγούμενης περιόδου, των προηγούμενων χρόνων. Μήπως οι πολιτικές που είχε η αριστερά σε μείζονα και ελάσσονα πολιτικά προβλήματα της κοινωνίας και της χώρας, για τα οποία έχουμε γράψει πολλές φορές στο παρελθόν, ήταν σε κάποιο βαθμό λάθος. Όλα λοιπόν καλώς καμωμένα με την πολιτική της αριστεράς. Δεν φταίει η πολιτική της όταν σε επανειλημμένες εκλογικές αναμετρήσεις από τη μεταπολίτευση, ο ελληνικός λαός την περιορίζει στα γνωστά εκλογικά ποσοστά της. Όμως στην πολιτική τα θέματα προσεγγίζονται πολιτικά. Και όταν αποτυγχάνεις να πείσεις κάποιον για την πολιτική σου, φταίει κυρίως η πολιτική σου. Όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα. Εκτός εάν οι ηγεσίες της αριστεράς έχουν επιλέξει απλά την πολιτική επιβίωσή τους και την αναπαραγωγή τους. Και κάθε φορά να λένε ότι φταίνε όλοι οι άλλοι για τα περιορισμένα εκλογικά ποσοστά της, εκτός από την πολιτική της.
Ας κάνουμε μια προσπάθεια να προσεγγίσουμε κάποια επί μέρους θέματα της απόφασης της ΚΠΕ του ΣΥΝ.
Κατ’αρχήν όσον αφορά την πολιτική εκτίμηση για την νέα Κυβέρνηση, τις προγραμματικές της εξαγγελίες και προτεραιότητες, λέει η απόφαση (όλα τα αποσπάσματα από την απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ είναι μέσα σε εισαγωγικά) :

«Στο πολιτικό επίπεδο, φαίνεται ότι αυτά που υποστηρίζαμε προεκλογικά για την συμπληρωματικότητα του προεκλογικού προγράμματος του ΠΑΣΟΚ με αυτό της ΝΔ επιβεβαιώνονται πολύ γρήγορα» .

Κάτι ανάλογο αλλά πιο ξεκάθαρα για την ταύτιση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ λέει το ΚΚΕ.
Δηλαδή η γνωστή πολιτική διαπίστωση και ισοπέδωση. Ένα δόγμα που διέπει την πολιτική συνολικά της αριστεράς, μεταπολιτευτικά. Που ταυτίζει απλουστευτικά τη σοσιαλδημοκρατία με τον νεοφιλελευθερισμό και τον νεοσυντηρητισμό. Που δεν μπορεί να ξεχωρίσει τις σημερινές προτεραιότητες της ελληνικής κοινωνίας. Την ανάγκη εκδημοκρατισμού του κράτους, την ανάγκη δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, για τις οποίες οι εν δυνάμει σύμμαχοι είναι όχι μόνο η σοσιαλδημοκρατία αλλά ακόμη και δημοκρατικές δυνάμεις της φιλελεύθερης δεξιάς !
Αλλά η αριστερά απ’ότι φαίνεται δεν επιδιώκει την λύση παρόμοιων προβλημάτων σήμερα, αφού τα παραπέμπει όλα σε κάποιο αδιόρατο «σοσιαλιστικό» αύριο. Της αρέσει ίσως περισσότερο σήμερα ο ρόλος της διαμαρτυρίας και της καταγγελίας, παρότι μιλάει για προγραμματική αντιπολίτευση, ένα θετικό στοιχείο της απόφασης.

«Σ’ αυτή τη νέα φάση θεωρούμε πως η τακτική και η ανάλογη πολιτική πρακτική της Ανανεωτικής Ριζοσπαστικής Αριστεράς πρέπει να κινείται στη κατεύθυνση της αριστερής προγραμματικής αντιπολίτευσης στο πλαίσιο ενός εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου με ορίζοντα τον σοσιαλισμό. Το εν λόγω εναλλακτικό σχέδιο ορίζει την αριστερά σε ευθεία αντίθεση με το πολιτικό σκηνικό όπως είναι σήμερα»

«Η τακτική μας στο επίπεδο της Βουλής συνίσταται στο ότι κρίνουμε την κυβέρνηση με βάση το δικό μας προγραμματικό σχέδιο, το οποίο βέβαια συμπληρώνουμε με βάση την ανάγκη της στιγμής, πάντα σε αντιστοιχία με το συνολικό μας πρόγραμμα αλλά και τον στρατηγικό μας στόχο»

Το εν λόγω λοιπόν εναλλακτικό σχέδιο ορίζει την αριστερά σε ευθεία αντίθεση με το πολιτικό σκηνικό όπως είναι σήμερα. Βερμπαλισμοί και κούφια λόγια. Η κοινωνία οι πολίτες απαιτούν λύσεις σήμερα. Έστω και μικρά δημοκρατικά βήματα και μεταρρυθμίσεις. Σήμερα, τώρα. Εάν κάθε μέτρο της νέας Κυβέρνησης η αριστερά θα το «μετρά» με κάποιο «συριζόμετρο», τότε ακόμη και απλά μέτρα εκδημοκρατισμού του Κράτους δεν θα τύχουν της στήριξης της αριστεράς, αφού πρέπει να εξυπηρετούν το «σοσιαλισμό» κατά ΣΥΡΙΖΑ. Και αντί η αριστερά να λέει σε όλους τους τόνους ότι, όχι απλά θα στηρίξει κάθε δημοκρατικό μέτρο, κάθε δημοκρατική μεταρρύθμιση, αλλά θα αγωνιστεί με όλες της τις δυνάμεις, με προτάσεις, με πρωτοβουλίες, για να «σπρώξει» τα πράγματα σε πιο προοδευτική και δημοκρατική κατεύθυνση, θέτει όρια. Όμως η κοινωνία και οι πολίτες που εκφράστηκαν στις εκλογές αυτές με τον τρόπο που εκφράστηκαν, θέλουν λύσεις σήμερα. Και για την αριστερά θα ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία να συνομιλήσει με τους πολίτες αυτούς, εάν έλεγε ξεκάθαρα ότι θα στηρίξει κάθε δημοκρατικό μέτρο και κάθε πολιτική που θα προωθεί έστω και λίγο την δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη και όχι να δημιουργεί νέες διαχωριστικές γραμμές, λέγοντας ότι βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το πολιτικό σκηνικό όπως είναι σήμερα. Αυτοί οι πολίτες όμως είναι οι πρωταγωνιστές της δημιουργίας αυτού του πολιτικού σκηνικού. Άρα καμιά γέφυρα επικοινωνίας δεν δημιουργεί με τους πολίτες αυτούς. Αντίθετα με την ισοπεδωτική κριτική τους κρατά απέναντί της και δημιουργεί πολωτικά αντανακλαστικά.

Ακόμη και την θέση της για την καθιέρωση της απλής αναλογικής τη λέει έτσι για να την λέει. Γιατί η καθιέρωση της απλής αναλογικής επιβάλλει πολιτικές συνεργασιών και συμμαχίες. Και η αριστερά δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει συνεργασίες με κανέναν εκτός από τον εαυτό της. Γι αυτό άλλωστε το θέμα το εξαντλεί σε δυο γραμμές ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι το εκλογικό σύστημα είναι από τα θέματα που θα μας απασχολήσουν το επόμενο διάστημα.

«Επαναλαμβάνουμε τη θέση μας υπέρ της απλής αναλογικής, του μόνου εκλογικού συστήματος που εκφράζει τη βούληση των πολιτών στη σύνθεση του κοινοβουλίου»

Όμως διαχρονικά η αριστερά ήταν υπέρ των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών. Οι μεγάλες στιγμές της αριστεράς ιστορικά, ταυτίζονται με τις μεγάλες συμμαχίες του ΕΑΜ και της ΕΔΑ, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών. Σήμερα γιατί η αριστερά δεν θέλει τις συμμαχίες με τα δημοκρατικά κοινωνικά και πολιτικά στρώματα του δημοκρατικού φιλελεύθερου κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας ; Γιατί τους βάζει απέναντι ;
Ως και τους Οικολόγους – Πράσινους δεν τους βλέπει ως μια δύναμη συνεργασίας και συμμαχίας. Απλά τους αναφέρει. Πουθενά δεν γράφει ότι θα επιδιώξει συνάντηση μαζί τους ή έστω κοινή δράση στα μεγάλα προβλήματα του περιβάλλοντος.

«Στον κόσμο που ψήφισε Ο-Π με προσδοκία τον οικολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας, την περιβαλλοντική προστασία, οικολογική ανασυγκρότηση της χώρας και δημοκρατικές λύσεις»

Πάλι τα βαρίδια του αριστερισμού έκαναν τη δουλειά τους, αφού σε παλαιότερες αποφάσεις του ο ΣΥΝ θεωρούσε τους Οικολόγους – Πράσινους εν δυνάμει συμμάχους.
Το αποκορύφωμα της πολιτικής του απομονωτισμού και της περιχαράκωσης της αριστεράς, είναι η πολιτική απόφαση του ΣΥΝ για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές του 2010.

«Οι δημοτικοί συνδυασμοί που θα υποστηρίξουμε οφείλουν να εκφράζουν τουλάχιστον τον ΣΥΡΙΖΑ»

Αντί η αριστερά να προσπαθήσει να σπάσει την παράδοση του «χρίσματος» των κομμάτων του δικομματισμού, προτείνοντας ενωτικούς και πλατείς συνδυασμούς που θα δημιουργηθούν στη βάση των προβλημάτων και των τοπικών ιδιαιτεροτήτων, ακολουθεί την ίδια κομματική γραμμή. Οι δημοτικοί συνδυασμοί οφείλουν να εκφράζουν τουλάχιστον τον ΣΥΡΙΖΑ !!!. Δηλαδή εάν σε ένα δήμο υπάρχουν δυνάμεις που έχουν συναντηθεί στο παρελθόν σε μεγάλους αγώνες για τα τοπικά προβλήματα και είναι πέρα από το ΣΥΡΙΖΑ και θα ήθελαν να συνεχίσουν το ενωτικό τους εγχείρημα και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, δεν κάνουν για την αριστερά, αφού δεν έχουν πιστοποιητικό ΣΥΡΙΖΑ. Για άλλη μια φορά, η αριστερά αντί ενός μεγάλου ενωτικού εγχειρήματος στην κοινωνία επιλέγει την κομματική καταγραφή.

Δυστυχώς οι κυρίαρχες ηγεσίες της αριστεράς κάθε έκφανσης με τις πολιτικές τους, επιλέγουν εδώ και δεκαετίες να έχει η αριστερά έναν περιορισμένο ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας μας.
Και αν κάποιος με ρωτήσει ποια είναι η πρόταση σήμερα θα του πω χωρίς καμιά αναστολή αυτό που είχα καταθέσει και πριν τις εκλογές και η οποία συμπυκνωνόταν στο σύνθημα ‘’Επανίδρυση της δημοκρατικής αριστεράς. Τώρα !!!’’
Από πολλούς φίλους εκλήφθηκε ως μια πρόταση σε κάποιες δυνάμεις από το χώρο του Συνασπισμού να αποχωρήσουν από το αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ και να δημιουργήσουν ένα άλλο σχήμα της δημοκρατικής αριστεράς. Δεν ξέρω αν αυτή είναι λύση, αλλά σίγουρα αυτή η προοπτική αντιμετωπίζει το θέμα της επανίδρυσης της αριστεράς, ως μια υπόθεση που λύνεται με οργανωτικούς όρους. Είναι γεγονός βέβαια ότι σήμερα στο χώρο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έχουν δημιουργηθεί προκαταλήψεις και επικρατούν κυρίως οργανωτικά ρεύματα και όχι πολιτικά και ιδεολογικά, τα οποία δυσκολεύουν αντικειμενικά το εγχείρημα, το αποστειρώνουν από την ουσία του, που είναι ο επανακαθορισμός της δημοκρατικής αριστεράς με σύγχρονους όρους, δηλαδή ουσιαστικά η επανίδρυσή της. Όμως η επανίδρυση της δημοκρατικής αριστεράς δεν είναι μια υπόθεση που αφορά μόνο τους συσχετισμούς στο εσωτερικό του ΣΥΝ ή έστω του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κάτι ευρύτερο, πιο πλούσιο και πιο δημιουργικό. Αφορά κυρίως τη δημοκρατική κοινωνική αριστερά που σήμερα παρακολουθεί τα γεγονότα σχετικά απογοητευμένη, ψηφίζει με συναίσθημα και όχι με πολιτικό ορθολογισμό, αισθάνεται απογοητευμένη και σχετικά απομονωμένη από την θεσμική αριστερά, κάθε τάσης.
Το εγχείρημα λοιπόν της επανίδρυσης της δημοκρατικής αριστεράς δεν είναι υπόθεση μόνο κάποιας ηγετικής ομάδας ή κάποιων πολιτικών παραγόντων. Δεν είναι υπόθεση μόνο κορυφής. Δεν είναι υπόθεση κάποιων προβεβλημένων στελεχών. Είναι κυρίως υπόθεση της κοινωνικής αριστεράς. Των δημοκρατικών και προοδευτικών πολιτών της αριστεράς που βρίσκονται μέσα και κυρίως έξω από τα κόμματα της αριστεράς.
Δεν ξέρω αν σήμερα υπάρχουν οι όροι επανίδρυσης της δημοκρατικής αριστεράς. Εκείνο που μπορώ να πω είναι, ότι η επανίδρυση της δημοκρατικής αριστεράς δεν αφορά τη συγκρότηση ενός νέου κομματικού σχηματισμού, στα πρότυπα των σημερινών κομμάτων της αριστεράς. Η σύγχρονη δημοκρατική αριστερά θα έχει τα χαρακτηριστικά ενός πολιτικού και ιδεολογικού ρεύματος που θα διαπερνά την κοινωνία και θα συγκροτείται μέσα από την κοινωνία και για την κοινωνία. Θα συγκροτείται πολιτικά με όρους κοινωνίας των πολιτών, με άμεση δημοκρατία και ανοικτές δημοκρατικές διαδικασίες. Η συγκρότησή της θα αγκαλιάσει και θα συγκινήσει τη κοινωνία, θα έχει τους ίδιους τους αριστερούς πολίτες, οι οποίοι θα έχουν ουσιαστικό λόγο και συμμετοχή στο εγχείρημα της επανίδρυσης της δημοκρατικής αριστεράς.
Το πώς και το πότε είναι ζητούμενα. Αλλά αυτά δεν απαντώνται σε ένα κείμενο. Αυτά γεννώνται μέσα από τις ίδιες τις ανάγκες της κοινωνίας και τις ιστορικές συγκυρίες.

Κώστας Χαϊνάς
Χαλκίδα 27-10-2009

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

Σκέψεις για τις πρώτες μέρες της νέας Κυβέρνησης που προέκυψε από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου 2009

Ένα θετικό κλίμα φαίνεται να διαπερνά την κοινωνία και την πολιτική ατμόσφαιρα, λίγες μέρες μετά τις εκλογές και την ανάληψη της Κυβέρνησης από τη νέα πλειοψηφία. Δεν είναι μόνο η καταγραφή όλων των μετεκλογικών δημοσκοπήσεων αλλά και η καθημερινή επαφή με τους ανθρώπους σου δίνει αυτήν την εντύπωση ανεξάρτητα τι ψήφισε ο καθένας.
Είναι αλήθεια ότι το κλίμα αυτό οφείλεται κυρίως στην καθολική αποτυχία της παλαιάς Κυβέρνησης και στην μεγάλη απογοήτευση που είχε δημιουργήσει σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, αλλά καθόλου δεν πρέπει να υποτιμήσουμε και τις θετικές κινήσεις και εξαγγελίες της νέας Κυβέρνησης.
Θα ήταν μικρόψυχο και πολύ εγωιστικό να μην αναγνωρίσουμε, την φρεσκάδα των νέων προσώπων, την αναγνώριση των μεγάλων προβλημάτων μέσα από τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας Κυβέρνησης, που ταλανίζουν δεκαετίες την ελληνική κοινωνία και την κατάθεση πολλών προτάσεων και εξαγγελιών που δίνουν τουλάχιστον ένα αίσθημα ανακούφισης. Ασφαλώς τι θα γίνει απ’ όλα αυτά και σε τι βαθμό, είναι ζητούμενο. Αυτό θα το δείξει η ζωή και θα αποδειχθεί από την ίδια την πραγματικότητα.
Όμως δεν συμφωνώ με την τακτική «σε περιμένω στη γωνία». Δηλαδή, δεν κάνω τίποτα, αλλά περιμένω να δω τα πρώτα στραβοπατήματα για να βγω στην συνέχεια να σε καταγγείλω.
Επίσης δεν συμφωνώ με την τακτική μηδενισμού των πάντων. Χωρίς να έχουμε κανένα χειροπιαστό δείγμα της νέας Κυβέρνησης, ή έχουμε ελάχιστα, δεν μπορούμε να προδιαγράψουμε απόλυτα την αποτυχία της.
Και το θέμα δεν είναι να δώσουμε ανοχή στην νέα Κυβέρνηση. Όχι δεν νομίζω ότι αυτό είναι το ζητούμενο. Όμως η τακτική που επιλέγουν κάποιοι με στημένα «θέατρα συγκρούσεων» - δείγματα γραφής είδαμε λίγες μέρες πριν έξω από το Υπουργείο εργασίας – για να αποδείξουν την «αντεργατικότητα» της νέας Κυβέρνησης με το καλημέρα, δεν πείθει κανένα απ’ αυτούς που προσπαθεί να πείσει. Και να είναι σίγουροι οι εμπνευστές της ότι η τακτική αυτή, θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα από τους πολίτες και την κοινωνία. Οι πολίτες κρίνουν τον καθένα με τις πράξεις και τις πολιτικές του και επιλέγουν. Όπως έκαναν πρόσφατα στις εκλογές.
Αυτό που χρειάζεται να κάνουμε τουλάχιστον όσοι εμφορούμαστε από τις ιδέες της δημοκρατικής αριστεράς, αλλά και η κοινωνία των πολιτών μέσα από τις κινήσεις πολιτών, τους κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς, είναι να «πυρπολήσουμε» την νέα Κυβέρνηση με συγκεκριμένες προτάσεις και θέσεις. Με παρεμβάσεις και θέσεις δημιουργικές. Για κάθε εξαγγελία και θέση της νέας Κυβέρνησης, εκείνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να στηρίξουμε κάθε θετικό μέτρο και θέση και να βοηθήσουμε να πάνε τα πράγματα πιο μπροστά, πιο προοδευτικά, πιο δημοκρατικά. Και ασφαλώς σε κάθε αρνητική εξαγγελία και θέση να αγωνιζόμαστε μαζί με την κοινωνία των πολιτών για την αναίρεσή της. Και χωρίς να αναμένουμε εξαγγελίες, χρειάζεται να καταθέτουμε προτάσεις και θέσεις για επείγοντα θέματα της κοινωνίας. Η υπόθεση της αναβάθμισης της δημοκρατίας, της κοινωνικής προόδου, δεν είναι υπόθεση μόνο κάποιας Κυβέρνησης. Είναι πρώτα απ’όλα υπόθεση της κοινωνίας και των ίδιων των πολιτών.
Και εκείνος που θα κρίνει αν μια θέση της νέας Κυβέρνησης είναι θετική και υπέρ της κοινωνίας των πολιτών, είναι οι ίδιοι οι πολίτες και όχι κάποιες κομματικές «φωτισμένες πρωτοπορίες». Και εδώ χρειάζεται να επεξεργασθούμε και να καταθέσουμε προτάσεις και θέσεις, ώστε να αναβαθμίσουμε τη δημοκρατία και την συμμετοχή των πολιτών στα κοινά, όχι μόνο μέσα από τις εκλογικές διαδικασίες, αλλά και στην καθημερινή λειτουργία της δημοκρατίας.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω όμως με το είδος της αντιπολίτευσης που ταμπουρωμένη πίσω από έναν ξεπερασμένο κρατισμό, απορρίπτει κάθε πρόταση της νέας Κυβέρνησης, αναβάλλοντας τις λύσεις των προβλημάτων σε κάποιο αδιόρατο «σοσιαλιστικό» αύριο. Που αντιμάχεται κάθε είδους μεταρρύθμιση. Που μηδενίζει κάθε προσπάθεια και πολιτική μεταρρύθμισης αυτού του Κράτους, γιατί την θεωρεί ενσωμάτωση. Που θεωρεί ότι η λύση κάθε προβλήματος περνάει μέσα από την «κρατικοποίηση» της λύσης του.
Όμως αυτή η πρακτική έχει οδηγήσει την αριστερά αντί να υπερασπίζεται τους αδύνατους να συντάσσεται αρκετές φορές με τις κάθε είδους συντεχνίες. Το είδαμε αυτό πρόσφατα στα λιμάνια, παλαιότερα με ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων που επιδίωκαν ειδική μεταχείριση και η αριστερά τους υπερασπιζόταν. Το είδαμε στην παιδεία, που η απόρριψη κάθε μεταρρύθμισης την οδήγησε να διαφωνήσει ακόμη και με την καθολική ψηφοφορία των φοιτητών στην εκλογή των αντιπροσώπων τους στις διοικήσεις των πανεπιστημίων. Το βλέπουμε διαχρονικά όταν απορρίπτει κάθε είδους αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των δημόσιων υπηρεσιών και λειτουργών, να υπερασπίζεται ουσιαστικά το απαράδεκτο καθεστώς που επικρατεί στις δημόσιες υπηρεσίες ή τουλάχιστον να συμβάλλει στο να μην γίνεται καμιά μεταρρύθμιση ή αλλαγή.
Η απόδειξη για το ποιος υπερασπίζεται τους κοινωνικά αδύνατους, δεν είναι οι κορώνες και οι βερμπαλιστικές εκφράσεις που περιέχουν τις λέξεις μονοπώλια και κεφάλαιο. Αλλά η ίδια η πρακτική και οι πολιτικές που ασκούνται στα πραγματικά προβλήματα και οι λύσεις που προωθούνται.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα για την νέα Κυβέρνηση. Δεν αρκούν μόνο οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται πολιτική βούληση και σταθερότητα στις επιλογές. Γιατί οι συγκρούσεις με μεγάλα συμφέροντα, κάθε είδους συντεχνίες είναι αναπόφευκτες. Το «βαθύ κράτος» είναι μπροστά της.
Τέλος η νέα Κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει τον ίδιο τον εαυτό της ουσιαστικά, αφού πρέπει να συγκρουστεί μετωπικά με το ίδιο το παρελθόν του Κυβερνώντος κόμματος. Με κατεστημένες νοοτροπίες, ημέτερους, κομματικούς στρατούς και άλλα γνωστά φαινόμενα που ταλαιπωρούν διαχρονικά την ελληνική κοινωνία. Και το στοίχημα που βάζει με τον ελληνικό λαό αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτό είναι πολύ μεγάλο.

Κώστας Χαϊνάς
Χαλκίδα 19-10-2009

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2009

Τι γίνεται με το εμπορικό λιμάνι του Πειραιά ;

Μετά την υπογραφή της συμφωνίας με την κινέζικη εταιρία COSCO, το εμπορικό λιμάνι του ΠΕΙΡΑΙΑ ουσιαστικά υπολειτουργεί και κάποια διαστήματα δεν λειτουργούσε καθόλου.
Την συμφωνία της προηγούμενης κυβέρνησης, που παραχώρησε για 35 χρόνια την εμπορική διαχείριση στην κινέζικη εταιρία έναντι 4,3 δις. € (παρούσα αξία περίπου 490 εκ.€), είχαν καταγγείλει όλα τα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης, από το ΚΚΕ, το ΣΥΝ έως το ΛΑΟΣ και του ΠΑΣΟΚ συμπεριλαμβανομένου, στελέχη του οποίου υπόσχονταν και απ’ ότι φαίνεται υπόσχονται και σήμερα στους συνδικαλιστές, ότι θα επαναδιαπραγματευτούν τη συμφωνία με τους Κινέζους.
Για την ουσία της συμφωνίας :
Κάποιοι λένε για πώληση του εμπορικού λιμανιού της χώρας. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι πρόκειται για κάποια συμφωνία παραχώρησης της εμπορικής χρήσης δύο σταθμών μεταφόρτωσης. Πρώτο θέμα λοιπόν είναι ότι πρόκειται για παραχώρηση της χρήσης και όχι για πώληση. Καλά είναι λοιπόν να μιλάμε για τα πραγματικά γεγονότα και όχι να χρησιμοποιούμε όρους με ιδεολογική και πολιτική φόρτιση, έτσι για εντυπωσιασμό.
Η γνώμη μου είναι ότι κατ’ αρχήν η συμφωνία με την Κινέζικη εταιρία θεωρείται μια θετική εξέλιξη για τη χώρα μας. Και αυτό γιατί :
Η συμφωνία με τον οικονομικό γίγαντα που λέγεται Κίνα, από μόνη της αποτελεί μια μεγάλη επιτυχία για τη χώρα μας. Ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας δίνει μια μοναδική ευκαιρία στη χώρα μας να παίξει έστω και μέσω της παραχώρησης, έναν παγκόσμιο ρόλο στο παγκόσμιο εμπόριο. Να καταστήσει το λιμάνι του ΠΕΙΡΑΙΑ ένα μεγάλο εμπορικό λιμάνι, μια πραγματική πύλη της Δύσης προς την Ανατολή και αντίστροφα. Έναν μεγάλο κόμβο διακίνησης των εμπορευμάτων ανάμεσα στην Δύση και την Ανατολή. Και μάλιστα σε συνεργασία με μια μεγάλη δύναμη που ακούει στο όνομα Κίνα και που όλα δείχνουν ότι είναι η νέα μεγάλη οικονομική υπερδύναμη του πλανήτη.
Κάποιοι λένε ότι η συμφωνία εξυπηρετεί τα κινέζικα συμφέροντα.
Ασφαλώς και η παραχώρηση εξυπηρετεί και τα Κινέζικα συμφέροντα. Όμως ποια διεθνή συμφωνία δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μερών που την υπογράφουν ; Όμως εξυπηρετεί και τα συμφέροντα της χώρας μας. Γιατί αν η χώρα μας αρνηθεί μια τέτοια στρατηγική συνεργασία, οι Κινέζοι θα βρουν άλλο λιμάνι για να ‘εξυπηρετήσουν’ τα συμφέροντά τους. Και αυτό ίσως είναι στη γειτονιά μας. Και τότε θα είμαστε ευχαριστημένοι μέσα στην απομόνωσή μας, γιατί δεν δεχθήκαμε να ‘ξεπουλήσουμε’ το λιμάνι μας. Βέβαια τα πλοία της ανατολής και της δύσης θα περνάνε ανοικτά του Πειραιά. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα για τους κάθε είδους υπερασπιστές της ‘εθνικής μας περιχαράκωσης’.
Κάποιοι εθελοτυφλούν και καταγγέλλουν τη συμφωνία ή κάθε συμφωνία με τρίτες χώρες, γιατί όπως λένε ‘ξεπουλάμε’ το λιμάνι μας στους Κινέζους. Ουσιαστικά τι μας λένε ; Να παραμείνει ο Πειραιάς, ένα λιμάνι όπως είναι σήμερα. Ένα λιμάνι ‘επαρχιακό’ το οποίο ουσιαστικά εξυπηρετεί τις ανάγκες διακίνησης των εμπορευμάτων της χώρας, ίσως και ένα τμήμα της παγκόσμιας διακίνησης, λόγω της ιδιαίτερης θέσης της χώρας μας στην παγκόσμια ναυτιλία. Όμως τι θα γίνει στο μέλλον ; Μπορεί να παίξει τον νέο ρόλο που θέλουμε ως χώρα ή θα παραμείνει ένα περιφερειακό λιμάνι παραγκωνισμένο, παραμελημένο, υποβαθμισμένο, έξω και πέρα από τον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, ‘αμόλυντο’ όμως από τα ξένα συμφέροντα ;
Κάποιοι καλοπροαίρετα λένε : Γιατί δεν αναλαμβάνει το Κράτος να παίξει αυτό το ρόλο που θα παίξει η Cosco ; Να κάνει επενδύσεις, να εκσυγχρονίσει και να επεκτείνει το εμπορικό λιμάνι. Ίσως θα μπορούσε να το κάνει αυτό ένα σύγχρονο και δημοκρατικό Κράτος που δουλεύει με αξιοκρατία και χωρίς τις συντεχνίες να καθορίζουν τις πολιτικές της χώρας, αλλά σε μια άλλη εποχή. Ίσως τον προηγούμενο αιώνα. Στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης τα κράτη δεν μπορούν να κλείνουν τα μάτια, στις παγκόσμιες συμμαχίες και συνεργασίες. Ειδικά σε θέματα τέτοια όπως τα εμπορικά λιμάνια, όπου χρειάζεται εξειδικευμένη τεχνογνωσία αλλά και δύναμη, πρέπει να αναζητάς τους καλύτερους ‘παίκτες’ του παγκόσμιου εμπορίου και να κλείνεις μαζί τους αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες. Και η Cosco είναι μια υπερδύναμη του παγκόσμιου εμπορίου. Γι αυτό κυρίως δεν μπορεί να τα καταφέρει το ελληνικό κράτος, το υπάρχων αλλά και οποιοδήποτε άλλο (ακόμη και το πιο σοσιαλιστικό), που θα δούλευε ιδανικά, θα έπρεπε να επιδιώκει παρόμοιες συνεργασίες με τέτοιους οικονομικούς κολοσσούς και γνώστες της παγκόσμιας αγοράς. Το θέμα είναι να εξασφαλίσεις αμοιβαία οφέλη από τη συνεργασία μαζί τους. Εάν οι ειδικοί του χώρου εκτιμούν ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης της συμφωνίας και οι Κινέζοι συμφωνούν να την ξαναδούμε τότε ναι, να δούμε την επαναδιαπραγμάτευση. Αν και υπάρχουν ενστάσεις, ότι με την τακτική αυτή δεν δείχνουμε και τα καλύτερα δείγματα ως χώρα στην παγκόσμια αγορά. Γιατί το κράτος πρέπει να έχει συνέχεια. Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτό, πρέπει να ξεκαθαρίσει η κυβέρνηση, προς όλες τις πλευρές ότι η συνεργασία με τη Cosco είναι στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μας. Γιατί πρέπει να καταλάβουν και οι συνδικαλιστές που έχουν ‘παγώσει’ το λιμάνι, ότι δεν μπορούν να υπαγορεύουν την εξωτερική και εμπορική πολιτική της χώρας. Βεβαίως έχουν δικαίωμα να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, αλλά απ’ότι διαβάσαμε οι διεκδικήσεις τους είναι να ‘παγώσει’ η συμφωνία με τη Cosco, ουσιαστικά να καταργηθεί και όχι κάποια συνδικαλιστικά αιτήματα. Και απ’όσα γνωρίζουμε και η υπάρχουσα συμφωνία τους κατοχυρώνει, δίνοντάς τους την δυνατότητα, είτε να αποχωρήσουν, παίρνοντας αποζημιώσεις της τάξεως των 200.000,00 € (!) είτε να συνεχίσουν να εργάζονται στο λιμάνι κάτω από τη νέα εταιρία (ΣΕΠ ΑΕ) που θα διαχειριστεί τις εμπορικές προβλήτες που προβλέπει η παραχώρηση. Και σε τελυταία ανάλυση μπορεί κάποιες συντεχνίες να θιγούν με την εφαρμογή της συμφωνίας, αλλά μακροπρόθεσμα οι εργαζόμενοι στο λιμάνι θα ωφεληθούν και κυρίως θα βρούν δουλειά περισσότεροι άνθρωποι που σήμερα βρίσκουν κλειστές τις πόρτες του λιμανιού από τις 'κλειστές' συντεχνίες που λειτουργούν στο λιμάνι του Πειραιά.
Η ουσία όμως είναι η πολιτική βούληση. Και πρέπει η Κυβέρνηση να ξεκαθαρίσει άμεσα τις πολιτικές προθέσεις της και να δώσει τις κατάλληλες απαντήσεις αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί.

Και με την ευκαιρία να δούμε το λιμάνι του Πειραιά στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Κάποιες προτάσεις είναι :
Να ενισχυθεί ο ρόλος του Πειραιά ως εμπορικό λιμάνι καθιστώντας το σταδιακά αμιγώς εμπορικό, ενισχύοντας τις υποδομές και αναδείχνοντας το ως ένα βασικό κόμβο ενός ολοκληρωμένου συστήματος συνδυασμένων μεταφορών με ενίσχυση του ρόλου του εμπορικού σιδηρόδρομου.
Να μεταφερθούν οι ακτοπλοϊκές υπηρεσίες του Πειραιά στο λιμάνι του Λαυρίου και καθιστώντας το Λαύριο, ένα μεγάλο ακτοπλοϊκό λιμάνι. Προϋπόθεση η δημιουργία κατάλληλων υποδομών και η σύνδεσή του με το εθνικό δίκτυο, με σύγχρονους οδικούς και σιδηροδρομικούς άξονες, με επέκταση του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στα Σπάτα. Μελέτη (περίληψή της, είναι διαθέσιμη στην διεύθυνση
http://kostasxainas.blogspot.com/search?updated-min=2007-01-01T00%3A00%3A00-08%3A00&updated-max=2008-01-01T00%3A00%3A00-08%3A00&max-results=1)
αποδεικνύει ότι η χρονοαπόσταση προς τα νησιά του Αιγαίου με λιμάνι αναχώρησης το λιμάνι του Λαυρίου, θα μειωθεί έως 48%.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι ο Πειραιάς δεν προσφέρεται για κομματική εκμετάλλευση, αλλά ούτε και για αντιπολίτευση κρυμμένη πίσω από παρωχημένες ιδεοληψίες και κρατισμούς. Το θέμα πρέπει να αντιμετωπισθεί στη βάση μιας σύγχρονης αντίληψης για την θέση της χώρας μας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και πως μπορεί αυτή να ενισχυθεί με κριτήριο το εθνικό συμφέρον.


Χαλκίδα 13-10-2009
Κώστας Χαϊνάς

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2009

Ερωτήματα που ζητούν επειγόντως απαντήσεις !!!

Γιατί οι πολίτες επιλέγουν σταθερά εδώ και τριάντα πέντε χρόνια τα κόμματα του δικομματισμού ;
Γιατί τα κόμματα της αριστεράς περιορίζονται στα γνωστά ποσοστά τους, παρά την κατάρρευση του ενός ή του άλλου πόλου του δικομματισμού ;
Ερωτήματα που ζητούν επειγόντως απαντήσεις.

Οι εκλογές τέλειωσαν. Η ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και προσωπικά ο κ. Καραμανλής υπέστη μια συντριπτική ήττα. Το ΠΑΣΟΚ κατήγαγε μια μεγάλη νίκη, παίρνοντας την ποθούμενη αυτοδυναμία. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ υπέστησαν μια υποχώρηση δείχνοντας ότι έχει πιάσει ‘’οροφή’’ που πρέπει να προβληματίσει τον Περισσό. Ο ΛΑΟΣ πήρε ένα τμήμα της δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων της ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ και αύξησε τις δυνάμεις του, χωρίς όμως να πείθει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους για τις πολιτικές του. Η επίδοση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αν και οι δυνάμεις του σημείωσαν μια μικρή υποχώρηση, στις γνωστές συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί στο εσωτερικό του, θεωρείται μια μικρή νίκη. Κυρίως το αποτέλεσμα αποτελεί μια επιβεβαίωση των επιλογών του προέδρου του ΣΥΝ και μια σημαντική προσωπική του νίκη απέναντι στους αμφισβητίες του. Οι Οικολόγοι – Πράσινοι κατέγραψαν μια σημαντική νίκη παρότι δεν ξεπέρασαν το όριο του 3%, αφού καταγράφονται πλέον ως μια σημαντική πολιτική δύναμη, υπερδιπλασιάζοντας τις δυνάμεις που είχαν πάρει το 2007. Το μέλλον βέβαια θα δείξει κατά πόσο το εγχείρημά τους θα αποβεί βιώσιμο σε ένα πολιτικό σκηνικό που ο δικομματισμός καλά κρατεί.

Και αυτό είναι το ζητούμενο. Που οφείλεται η κυριαρχία του δικομματισμού τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια ; Ασφαλώς συνδέεται με τον εκλογικό νόμο και σε μια σειρά άλλους λόγους, που όμως δεν είναι του παρόντος σημειώματος. Αυτό που θα μας απασχολήσει σήμερα είναι κατά πόσο η πολιτική της αριστεράς διαχρονικά συμβάλλει έστω και κατ’ ελάχιστον στην διαιώνισή του. Και εξηγούμαι.

Τι έχουμε στο πολιτικό σκηνικό από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Δύο κόμματα –που ονομάστηκαν από πολλούς και διάφορους και από την αριστερά, κόμματα εξουσίας ! – που εναλλάσσονται στην εξουσία από τότε και μια αριστερά με τις διάφορες εκφράσεις της όχι μόνο να μην κάνει τίποτα για να ανατρέψει αυτό το πολιτικό σκηνικό, αλλά αντικειμενικά συμβάλλει στην διαιώνισή του.

Το ΚΚΕ έχει μια σταθερή πολιτική εδώ και πολλά χρόνια, που καταγγέλλει τους πάντες και τα πάντα, καταδικάζοντας κάθε πολιτική μεταρρύθμιση, κάθε πολιτική συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Από το συνδικαλιστικό κίνημα όπου ουσιαστικά έχει διασπάσει τα συνδικάτα με την στρατηγική επιλογή του ΠΑΜΕ, αλλά και σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και της πολιτικής τραβάει ένα μοναχικό δρόμο διεκδικώντας την απόλυτη αλήθεια, ο οποίος το πολύ – πολύ να του δίνει μια – δυο μονάδες πάνω κάτω στις εκλογικές του επιδόσεις κάθε φορά. Τοποθετεί όλες τις άλλες πολιτικές απέναντί του και καθαρίζει. Αντίσταση και ανυπακοή μας λέει για σήμερα, μεταθέτοντας την λύση των προβλημάτων σε ένα απώτερο και αδιόρατο μέλλον. Είναι μια ξεκάθαρη πολιτική και ταυτόχρονα αδιέξοδη αφού δεν έχει καμιά πειστική πρόταση για τα σημερινά προβλήματα της χώρας και του λαού μας.

Η συγκρότηση της δημοκρατικής αριστεράς μέσα από τη δημιουργία του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ στα τέλη της δεκαετίας του ογδόντα και μετά έδωσε κάποιες ελπίδες και προσδοκίες σε πολλούς πολίτες, ότι πλέον η δημοκρατική αριστερά θα έβρισκε έναν ρεαλιστικό βηματισμό συγχρονισμού της με την κοινωνία και τις ανάγκες της. Ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, θα ξέφευγε επιτέλους από τη γενικόλογη διαμαρτυρία και καταγγελία και θα έμπαινε ουσιαστικά στην τροχιά της δημοκρατικής μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε με σκαμπανευάσματα και υπαναχωρήσεις με κύριο χαρακτηριστικό σε κάθε εκλογική αναμέτρηση τις εκκλήσεις για την πολιτική της επιβίωση. Φαινόταν ότι ποτέ δεν πίστεψε στις δυνάμεις της, στην δυνατότητα παρέμβασής της στα πολιτικά πράγματα και διαμόρφωσης προϋποθέσεων ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών. Η πολιτική της περιοριζόταν βασικά σε καταγγελίες και διαμαρτυρίες. Σχεδόν πάντα το πολιτικό μήνυμα που εξέπνεε ήταν να δυναμώσουν το ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ για να έχουν δύναμη αντίστασης αυτοί που δεν έχουν δύναμη. Μέχρι εκεί. Τα θέματα όπως, ποιος θα είναι στην διακυβέρνηση της χώρας την επόμενη μέρα, δεν την απασχόλησε ούτε την απασχολούσε ποτέ.

Όμως οι πολίτες σκέφτονται λίγο διαφορετικά. Τους απασχολεί κυρίως ποιος θα κυβερνά και με τι πολιτικές αυτή τη χώρα και κατά δεύτερον αν θα είναι κάποιος λιγότερο ή περισσότερο κοντά του στους αγώνες. Γιατί άλλωστε γι’ αυτό ψηφίζουν. Για να βγάλουν κυβέρνηση που θα ασκήσει συγκεκριμένες πολιτικές και όχι ποιος θα είναι στην ηγεσία του συνδικάτου. Και με αυτό σαν βασικό κριτήριο ψηφίζουν. Γιατί να δώσουν ψήφο σε ένα κόμμα που δεν θέλει να Κυβερνήσει ; Που φοβάται ή δεν θέλει να Κυβερνήσει ; Έτσι απλά σκέφτεται ένας πολίτης. Ακόμη και να θέλει να ψηφίσει την αριστερά, γιατί δεν θέλει να δώσει τις αλαζονικές αυτοδυναμίες σε κανένα κόμμα και θέλει Κυβερνήσεις συνεργασίας, η ίδια η αριστερά φροντίζει σε όλους τους τόνους να τους λέει. Μην με ψηφίζετε, δεν με ενδιαφέρει να κυβερνήσω, δεν με ενδιαφέρει να συνεργασθώ. Δεν το λέει ακριβώς έτσι, αλλά περίπου έτσι. Δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις προγραμματικής συνεργασίας λέει. Μάλιστα, και αυτές οι προϋποθέσεις πότε και πως θα δημιουργηθούν ; Με το να οδηγεί τους πολίτες που θέλουν να την ψηφίσουν στον δικομματισμό ; Γιατί τι άλλο να κάνει ένας πολίτης που έχει απογοητευθεί από το ΠΑΣΟΚ, θέλει να ψηφίσει τη δημοκρατική αριστερά αλλά αυτή του λέει : Ξέρεις, ψήφισέ με αλλά να ξέρεις, δεν πρόκειται να συμβάλλω σε κυβερνητικές λύσεις συνεργασίας. Τι θα κάνει ο πολίτης αυτός ; Έστω και με βαριά καρδιά θα ψηφίσει ΠΑΣΟΚ. Έτσι δουλεύει το δικομματικό σύστημα και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ξέρει πολύ καλά αυτό τα παιχνίδι της αυτοδυναμίας χρόνια τώρα. Και το παίζει καλά, βοηθούντος της αριστεράς. Λέει λοιπόν, αφού αυτοί δεν θέλουν συνεργασία, ψήφισε ΠΑΣΟΚ να έχουμε αυτοδυναμία. Και πείθει, παρότι οι πολίτες δεν θα ήθελαν να του δώσουν αυτοδυναμία.

Η αριστερά λοιπόν έχει σοβαρές ευθύνες για την διαιώνιση του δικομματισμού και του αποκλεισμού κυβερνητικών λύσεων συνεργασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η αριστερά σε όλες τις εκδοχές, έχει ‘’ξεχάσει’’ την απλή αναλογική. Γιατί η απλή αναλογική απαιτεί συνεργασίες. Και η αριστερά δυστυχώς δεν έχει να πει τίποτα στο θέμα αυτό.

Ο αντίλογος λέει. Μα αν πούμε ότι θα συνεργασθούμε με το ΠΑΣΟΚ, τότε γιατί να σε ψηφίσει κάποιος και να μην πάει κατ’ ευθείαν στο ΠΑΣΟΚ; Γι’ αυτό ακριβώς που είπαμε προηγουμένως. Για να μην έχουμε κυβερνήσεις αυτοδυναμίας. Για να έχουμε κυβερνήσεις προγραμματικής συνεργασίας. Για να σπάσει το κομματικό κράτος και οι πελατειακές σχέσεις. Για να σπάσει η αναξιοκρατία και η αλαζονεία. Για να μην διαλύεται το κράτος με τον ερχομό και την αποχώρηση των κομματικών στρατών σε κάθε κυβερνητική εναλλαγή. Και για χίλιους άλλους λόγους. Και για λίγα απ’όλα αυτά θα άξιζε να δοκιμάσουμε το σύστημα των κυβερνήσεων συνεργασίας. Και σε τελευταία ανάλυση όταν η αριστερά υπερασπίζεται το σύστημα της απλής αναλογικής δεν πρέπει να υπερασπίζεται και τις κυβερνήσεις συνεργασίας ;

Μια επιθετική πολιτική υπεράσπισης των Κυβερνήσεων συνεργασίας δεν είναι φιλοπασοκισμός ή κρυπτοπασοκισμός όπως υποστηρίζουν αυτάρεσκα οι πολέμιοί της και ξεμπερδεύουν. Αυτή η καραμέλα πρέπει να σταματήσει επιτέλους. Αντίθετα μια σταθερή πολιτική υπεράσπισης των προγραμματικών συνεργασιών, είναι μια υπεύθυνη πολιτική που δίνει πειστικές απαντήσεις στα ερωτήματα των πολιτών για την διακυβέρνηση της χώρας. Και αυτή τη πολιτική δεν την διατυπώνεις μόνο προεκλογικά ή μόνο μετεκλογικά. Πρέπει να είναι μια σταθερή πολιτική της αριστεράς πάντα και όχι ευκαιριακά. Μόνο έτσι δημιουργείς τις προϋποθέσεις αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών. Μόνο έτσι δίνεις ρεαλιστικές απαντήσεις στο πρόβλημα της διακυβέρνησης της χώρας. Μόνο έτσι πολεμάς την αλαζονεία της αυτοδυναμίας και δίνεις ελπίδες στους πολίτες που είναι δυσαρεστημένοι με το δικομματισμό και αναζητούν εναλλακτικές λύσεις. Εάν η δημοκρατική αριστερά δεν συνειδητοποιήσει αυτή την ανάγκη μετά από τόσες εκλογικές αναμετρήσεις που βλέπει τις δυνάμεις της να κινούνται διαχρονικά στο όριο της πολιτικής επιβίωσης, τότε να είναι σίγουρη ότι ο δικομματισμός θα συνεχίσει να κυριαρχεί και η αριστερά να είναι στη γωνία.

Κώστας Χαϊνάς
Χαλκίδα 5-10-2009