Ζούμε αυτές τις μέρες πρωτόγνωρες στιγμές μετά την μεταπολίτευση, τουλάχιστον όσον αφορά τον χαρακτήρα και την σημασία κάποιων γεγονότων. Με αφορμή μια εγκληματική πράξη, ενός ανεγκέφαλου αστυνομικού το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, εκτυλίσσονται γεγονότα που το πολιτικό σύστημα παρακολουθεί μάλλον αμήχανο τις εξελίξεις, χωρίς να μπορεί να τα ερμηνεύσει αλλά και να βγάλλει τα σωστά συμπεράσματα. Χιλιάδες νέα παιδιά ξεχύνονται στους δρόμους των πόλεων της χώρας και σπάνε ότι βρουν μπροστά τους... Και δεν μιλάμε βέβαια γι αυτούς που περίμεναν την ευκαιρία για να λεηλατήσουν και να επιδοθούν σε ένα πλιάτσικο χωρίς προηγούμενο, χωρίς η αστυνομία να κάνει και τίποτα το ιδιαίτερο. Μιλάμε για τα χιλιάδες παιδιά που βγήκαν στους δρόμους και θέλανε να «χτυπηθούν» με τους «μπάτσους» να «σπάσουν» βιτρίνες και να «κάψουν» κτίρια. Και όλοι αυτοί δεν ήταν οι γνωστοί «κουκουλοφόροι» που κάνουν κάθε τόσο την Αθήνα άνω κάτω. Και οι οποίοι βεβαίως είναι οι γνωστοί - άγνωστοι της αστυνομίας. Ήταν χιλιάδες παιδιά 14 και 15 χρόνων. Και αυτό μας δυσκολεύει λίγο στις εκτιμήσεις μας...
Γεγονότα βέβαια, που εξελίσσονται σε ένα άρρωστημένο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον. Οι αποκαλύψεις από το σκάνδαλο του βατοπεδίου δείχνουν ότι κάποιοι αετονύχιδες ρασοφόροι με την βοήθεια και την σύμπραξη βασικών πολιτικών στελεχών των κυρίαρχων δυνάμεων, μέσα σε ένα χορό εκατομμυρίων, καταφέρνουν να ευτελίσουν το υπάρχων πολιτικό σύστημα. Με διάφορες κομπίνες αποκτώνται εύκολα και γρήγορα λεφτά. Πολλά λεφτά που κάποιους τους τυφλώνουν. Και τους πολλούς που τα βλέπουν να εκτυλίσσονται σαν ταινία, ενώ ξέρουν ότι είναι αληθινά, τους εξοργίζουν. Γιατί ξέρουν προκαταβολικά ότι κανένας δεν θα τιμωρηθεί γιαυτά. Το σύστημα όπως έκανε και στο παρελθόν θα φροντίσει να τα κουκουλώσει. Ταυτόχρονα τα γεγονότα διαδραματίζονται σε μια περίοδο που ο καπιταλισμός διέρχεται μια σοβαρή οικονομική κρίση, αποτέλεσμα κυρίως πολιτικών των πιο «άγριων» μορφών του, έτσι όπως διαμορφώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, σε πολλές χώρες της δύσης και τώρα έχουν εισβάλλει στις χώρες του καταρρεύσαντος «υπαρκτού σοσιαλισμού». Ένας καπιταλισμός που εξύμνησε τον υπερκαταναλωτισμό, που αγιοποίησε και προώθησε το κυνήγι της «επιτυχίας» με κάθε μέσον, που μετάτρεψε σε αξίες το «γκλάμουρ» και το «γιαλιστερό». Υπερχρέωσε νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες. Έδινε ασύστολα εορτοδάνεια και διακοποδάνεια ώστε να γευτεί ο καθένας τις «ηδονές» του καπιταλισμού. Του έλεγε απλά, έλα μπορείς να ζήσεις και εσύ το όνειρο. Και τον καταχρέωνε για μια ζωή. Και ταυτόχρονα τον «έδενε στο σύστημα» για μια ζωή. Αυτός είναι όμως ο καπιταλισμός και ο καθένας ας πρόσεχε θα πει κάποιος. Όμως και τώρα που ήρθε η κρίση βλέπουν ότι η πρώτη φροντίδα των πολιτικά κυρίαρχων, είναι να μην καταρρεύσει το τραπεζικό χρηματιστηριακό σύστημα. Στην περίπτωση αυτή δεν λένε στους χρηματιστές ας πρόσεχαν που έδιναν τα δάνεια ή που μοίραζαν τις κάρτες. Και ας πληρώσουν από τα διαθέσιμά τους και από τις αμύθητες περιουσίες που έχουν κάνει τόσα χρόνια τα golden boys του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με τα υπερκέρδη που είχαν και συνεχίζουν να έχουν. Σε τελευταία ανάλυση τα τραπεζικά «ιδρύματα» επιχειρήσεις τους είναι, ας τις σώσουν οι ίδιοι οι μεγαλομέτοχοι, όπως προσπαθούν να κάνουν μόνοι τους οι μικροί επαγγελματίες, έμποροι και βιοτέχνες σήμερα. Αντί γι αυτό όμως τους δίνουν δισεκατομμύρια για να σώσουν τα «ιδρύματά τους», ώστε να μπορέσουν αύριο να κατασχέσουν τα σπίτια ή τα αυτοκίνητα όσων δεν μπορέσουν να ανταποκριθούν στα δάνειά τους. Εδώ ο «κρατισμός» είναι καλός, αφού δίνει εκατομμύρια...
Την ίδια στιγμή τα πανεπιστήμια βγάζουν χιλιάδες ανέργους ανεκπαίδευτους και ανειδίκευτους... Τα σχολεία έχουν μετατραπεί σε χώρους όπου τα παιδιά απλά πάνε γιατί είναι υποχρεωτική η παρακολούθηση. Η εκπαίδευση τους, έχει ανατεθεί στα φροντιστήρια που δεν μπορεί να τα αποφύγει ούτε ο καλύτερος μαθητής. Ύστερα έρχεται η τηλεόραση. Καθημερινές αρλούμπες και σαπουνόπερες, όταν δεν έχει ποδόσφαιρο.
Όλα αυτά δεν «χωνεύονται» εύκολα από τα παιδιά. Μπορεί ο πατέρας και η μητέρα τους, να έχουν τις δεσμεύσεις του δανείου, το ενοίκιο, τις υποχρεώσεις και όλα αυτά να τους φοβίζουν, να τους «εγκλωβίζουν». Και ψηφίζουν όπως ψηφίζουν, συμπεριφέροναι όπως συμπεριφέρονται. Τα παιδιά όμως θέλουν να διαφοροποιηθούν από τους γονείς τους. Και με την πρώτη ευκαιρία θέλουν να αντιδράσουν. Να κάνουν κάτι. Και κάτω από ορισμένες συνθήκες θα σπάσουν και βιτρίνες. Γιατί το σύστημα αξιών που τους «διδάσκουμε», διαπιστώνουν ότι είναι ψεύτικο. Και θέλουν να το χτυπήσουν, να το πολεμήσουν. Βεβαίως στην πραγματικότητα σπάζοντας βιτρίνες δεν χτυπάνε το σύστημα. Αντίθετα το «σύστημα» θα πάρει αυτή την ενέργεια, θα φιάξει το μύθο του «κουκουλοφόρου» για να φοβίσει τους «νυκοκυραίους», θα ενισχύσει το σύστημα καταστολής, θα περιορίσει τη δημοκρατία. Όμως αυτό δεν μπορεί να το δει ο νέος των 14 και 15 χρονών. Αυτός θεωρεί ότι όταν τα βάζει με τους «μπάτσους» ή όταν σπάει βιτρίνες, πολεμάει το σύστημα, που «πίνει» το αίμα του πατέρα του, που δεν του δίνει ευκαιρίες, που τον περιορίζει. Και βλέπει αυτό γιατί δεν υπάρχει κάτι άλλο. Τα κόμματα στον ένα ή στον άλλο βαθμό έχουν μείνει στάσιμα εδώ και δεκαετίες, έχουν μετατραπεί σε γραφειοκρατικές καρικατούρες. Οι μηχανισμοί τους έχουν βολευτεί, είτε στον κρατικό μηχανισμό είτε στις κρατικές ενισχύσεις. Τα μαζικά όργανα, από τη ΓΣΕΕ έως τον τελευταίο πολιτιστικό σύλλογο, έχουν μετατραπεί σε κομματικές σφραγίδες. Μιλάνε μια ξύλινη γλώσσα, ο πολιτικός τους λόγος δεν γίνεται κατανοητός από τους νέους. Αναλώνονται σε έναν άγονο ανταγωνισμό μεταξύ τους, χωρίς να εμπνέουν και να δίνουν κάποια πειστική προοπτική στη νέα γενιά. Ο πνευματικός μας κόσμος φαίνεται «κουρασμένος», έχει χάσει την έμπνευσή του, έχει βουλιάξει στους αναπαυτικούς καναπέδες της προσοδοφόρας μεταπολίτευσης.
Οι «κουκουλοφόροι» θα αυξάνονται και θα πληθύνονται, όσο το κοινωνικό σύστημα δεν δίνει λύσεις στα προβλήματα και στα αδιέξοδα των νέων και όσο το πολιτικό σύστημα δεν δίνει πραγματικό όραμα και προοπτική.
10-12-2008
Κώστας Χαϊνάς