Οι μεν μας λένε ευρωπαϊστές και οι δε αντι-ευρωπαϊστές. Περίπου έτσι περιέγραψε ο πρόεδρος του ΣΥΝ στην ομιλία του στη Χαλκίδα, την αντιμετώπιση του ΣΥΡΙΖΑ εκ μέρους του ΚΚΕ και της Δημοκρατικής Αριστεράς αντίστοιχα, δείχνοντας με έναν απλό και ενδεικτικό τρόπο το αδιέξοδο, αλλά και το ανέφικτο της συνεργασίας ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ-Δημοκρατικής Αριστεράς, δηλαδή της αριστεράς. Όμως ταυτόχρονα έδειξε το προσωπικό δράμα του –κατά τα άλλα πολύ συμπαθή - ηγέτη της αριστεράς, στην προσπάθειά του να ισορροπήσει ανάμεσα στα εντός – εκτός από την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, «κοιτάζοντας» πότε δεξιά και πότε αριστερά για να δει ποια από τις συνιστώσες έμεινε ευχαριστημένη με τις διατυπώσεις του και ποια δυσαρεστήθηκε.
Και είναι ανέφικτη μια τέτοια συνεργασία γιατί μιλάμε για στρατηγικές διαφορές των τριών κομμάτων της αριστεράς. Και αυτές οι διαφορές αφορούν την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Η ευρωπαϊκή παράμετρος είναι μια κόκκινη κλωστή που συνδέει όλες τις επιλογές μιας πολιτικής δύναμης της αριστεράς. Ας πούμε το πρόβλημα του δημόσιου χρέους της χώρας. Το πρόβλημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται ουδέτερα. Αντιμετωπίζεται είτε στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε έξω απ’αυτήν. Μέσες λύσεις δεν υπάρχουν. Να καταγγέλλεις συνεχώς τους κερδοσκόπους, τους δανειστές και εταίρους μας και ταυτόχρονα να λες ότι είναι καταστροφή για τη χώρα η έξοδος από το ευρώ, δεν συνάδουν. Είναι αντίφαση. Είτε θα οικοδομήσεις τις πολιτικές σου στα πλαίσια της συμμετοχής της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είτε θα πεις, αποδέσμευση και θα δεις από κει και πέρα τι θα κάνεις. Οι δρόμοι είναι δύο πλέον και πρέπει να τοποθετηθούν όλα τα πολιτικά κόμματα, ξεκάθαρα, χωρίς υπεκφυγές και υπονοούμενα. Και κυρίως τι συγκεκριμένα λένε για την στρατηγική αυτή επιλογή και πως θα την υπηρετήσουν ώστε να κρίνουν οι πολίτες.
Ο ένας δρόμος λοιπόν είναι ο δρόμος της αποδέσμευσης της χώρας από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Έξοδος από την ευρωζώνη και μάλλον αποδέσμευση και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αντιμετώπιση των προβλημάτων μας μέσα από την χάραξη εθνικών πολιτικών. Ο δρόμος αυτός – τουλάχιστον οικονομικά - δεν αποτελεί την απόλυτη καταστροφή όπως διαλαλούν κάποιοι. Δεν είναι όμως και ο δρόμος προς τον παράδεισο. Προϋποθέτει κάποια πράγματα και κυρίως προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη της απόλυτης πλειοψηφίας των πολιτών. Γιατί ο δρόμος αυτός είναι δύσβατος, με μεγάλες δυσκολίες και ίσως να αποτελέσει στην αρχική του φάση ένα πισωγύρισμα της κοινωνίας συνολικά. Όμως εν δυνάμει η χώρα επιστέφοντας στο εθνικό νόμισμα δημιουργεί κάποιες προϋποθέσεις να αντιμετωπίσει με δικά της όπλα πλέον την κρίση του δημόσιου χρέους. Και ίσως αυτή η κρίση αποτελέσει μια ευκαιρία για όλους μας να αναδείξουμε τις πραγματικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας και ιδιαίτερα του πρωτογενούς τομέα, που αφήσαμε χρόνια τώρα να καταρρεύσει, δελεασμένοι από τις κάθε φορά ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Και μέσα από την ανόρθωση αυτή να αναζητήσουμε ένα νέο ρόλο στο διεθνή καταμερισμό εργασίας και ίσως μια νέα συνάντηση με τους ευρωπαϊκούς λαούς σε έναν δεύτερο κύκλο. Δυστυχώς μέχρι σήμερα ποτέ δεν ρωτήθηκε ο ελληνικός λαός για την ένταξη της χώρας στις ευρωπαϊκές συνθήκες. Φόβος ή υπέρμετρη υποτίμηση των πολιτών από την πολιτική ελίτ που έκανε αυτές τις επιλογές στο παρελθόν. Οι μετρήσεις της κοινής γνώμης μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δείχνουν ότι δεν είμαστε διατεθειμένοι ως κοινωνία να αποδεχθούμε αυτό το δρόμο, της εξόδου από την ευρωζώνη και ίσως και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν ξέρω τι θα γίνει αύριο αλλά σήμερα έχουμε αυτό ως δεδομένο.
Ο άλλος δρόμος είναι αυτός της ευρωπαϊκής συμμετοχής της χώρας στην ευρωζώνη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικά στην ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Μας ενδιαφέρει αυτή η προοπτική ; Θέλουμε να συμμετέχουμε στους όρους της οικοδόμησης αυτής ; Κάποιοι μιλάνε για μείωση της εθνικής κυριαρχίας. Ασφαλώς και έχουμε μείωση της εθνικής κυριαρχίας, όπως έχουν όλοι όταν εντάσσονται σε κάποιον συνεταιρισμό. Και εφόσον η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα βαθαίνει η εθνική κυριαρχία συνεχώς θα μειώνεται. Αυτή θα είναι μια αντικειμενική διαδικασία. Όταν η οικονομική πολιτική θα σχεδιάζεται και θα καθορίζεται από τα ευρωπαϊκά όργανα, ασφαλώς και ο ρόλος της ελληνικής κυβέρνησης μειώνεται. Το πραγματικό πρόβλημα όμως δεν είναι η μείωση της εθνικής κυριαρχίας. Το ζητούμενο είναι πόσο δημοκρατική θα είναι αυτή η ολοκλήρωση. Ποιος θα είναι ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών ; Πως θα εκλέγονται και θα λειτουργούν τα όργανα της νέας Ευρωπαϊκής Ένωσης ; Πόσο δηλαδή ταυτόχρονα με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα βαθαίνει και η δημοκρατία. Γιατί η σημερινή κατάσταση με ένα στενό διευθυντήριο να αποφασίζει για όλα δεν κολακεύει και ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή ιδέα. Αυτό είναι και ένα πεδίο που καλούνται οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας και όλης της Ευρώπης να αγωνιστεί. Στην πραγμάτωση μιας πραγματικά δημοκρατικής Ευρώπης και όχι μιας συντεχνία των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, με τους ευρωπαϊκούς λαούς στο περιθώριο. Αυτό πρακτικά σημαίνει εκλογή όλων των οργάνων της Ένωσης, ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου της Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δημοκρατικό έλεγχο του Τραπεζικού Συστήματος και ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Οι περίφημες αγορές θα πρέπει να ενταχθούν στα πλαίσια ενός δημοκρατικού και διάφανου τρόπου λειτουργίας της ευρωπαϊκής οικονομίας και θα πρέπει να υπηρετούν την πραγματική οικονομία και τις παραγωγικές επιχειρήσεις και όχι την διεθνή κερδοσκοπία. Αυτά και πολλά άλλα χρειάζεται να διεκδικηθούν γιατί δεν είναι δεδομένα. Μπορεί ο ευρωπαϊκός δρόμος να είναι ένας, αλλά οι πολιτικές προσεγγίσεις είναι τουλάχιστον δύο. Ο προοδευτικός και ο συντηρητικός. Η προοδευτική προσέγγιση θέλει μια Ευρώπη δημοκρατική στην υπηρεσία των πολιτών και των ευρωπαϊκών λαών. Η συντηρητική προσέγγιση θέλει μια Ευρώπη του διευθυντηρίου, μια Ευρώπη των ελίτ και των «ελεύθερων» λεγόμενων αγορών. Και αυτή η μάχη θα είναι σκληρή σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ανάμεσα στις προοδευτικές και συντηρητικές δυνάμεις. Η Ευρωπαϊκή Αριστερά τουλάχιστον έτσι όπως εκφράζεται μέσα από τα κείμενά της αγωνίζεται χρόνια τώρα για μια Ευρώπη δημοκρατική, προοδευτική, κόντρα στις συντηρητικές δυνάμεις και στα διευθυντήρια.
Οι ελληνικές προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις τι θα κάνουν ; Αυτές που είναι συγκροτημένες και όσες ακόμη αναζητούν ένα πλαίσιο πολιτικής έκφρασης.
Θα μπορέσουν να οικοδομήσουν ένα προοδευτικό μέτωπο απέναντι στο συντηρητικό, που δείγματα ήδη είδαμε με τη σύγκλιση Σαμαρά – Καρατζαφέρη, προάγγελος μιας μετεκλογικής συνεργασίας ΝΔ-ΛΑΟΣ ;
Θα μπορέσουν να απευθύνουν στις εκλογές που έρχονται –όποτε και αν γίνουν- μια πραγματικά πειστική και ρεαλιστική εναλλακτική προοδευτική πρόταση εξουσίας στα πλαίσια της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας ;
Που είναι και το ζητούμενο για πολλούς από μας.
Χαλκίδα 10-12-2011
Κώστας Χαϊνάς