Παρακολουθώντας τα γεγονότα έτσι όπως εξελίσσεται η πολιτική αντιπαράθεση λίγες μέρες πριν τις ευρωεκλογές, κάθε καλόπιστος πολίτης που δεν εντάσσεται στους «κομματικούς στρατούς», που δεν έχει και δεν ονειρεύεται προσωπικές τακτοποιήσεις, προνόμια και οφίτσια, αναρωτιέται για ποιο λόγο να πάει να ψηφίσει στις 7 Ιουνίου.
Όταν σχεδόν κανένας δεν μιλάει ποια Ευρώπη θέλουμε.
Οταν σχεδόν κανένας δεν μιλάει για τα δημοκρατικά ελλείμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το υποβαθμισμένο Ευρωκοινοβούλιο, για την διορισμένη επιτροπή.
Η Νέα Δημοκρατία καλεί τους πολίτες να την ψηφίσουν για να συνεχίσει την πολιτική της, κλείνοντας τα αυτιά τους στα «πράσινα παπαγαλάκια».
Το ΠΑΣΟΚ καλεί τους πολίτες να το ψηφίσουν γιατί εκφράζει την άλλη επιλογή απέναντι στην «βαρβαρότητα» της Νέας Δημοκρατίας.
Το ΚΚΕ για κάθε θέμα καταγγέλλει σε όλους τους τόνους την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού την θεωρεί υπεύθυνη για κάθε δεινό στη χώρα μας και καλεί το λαό σε απειθαρχία και ανυπακοή!
Ο ΣΥΡΙΖΑ ταλαντευόμενος ανάμεσα σε μια πολιτική που θεωρεί την Ευρώπη ένα πεδίο ανάπτυξης μιας σύγχρονης αριστερής ριζοσπαστικής πολιτικής, σε μια κατεύθυνση δημοκρατικής και προοδευτικής πολιτικής ολοκλήρωσης και μιας πολιτικής που επανακάμπτει σε ένα παρελθόν μιας αντιευρωπαϊκής πολιτικής αποδέσμευσης.
Όλες σχεδόν οι δημοσκοπήσεις αναδείχνουν ένα νέο πολιτικό χώρο των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ – ΠΡΑΣΙΝΩΝ, οι οποίοι συγκεντρώνουν δημοσκοπικά μέχρι στιγμής ένα σημαντικό ποσοστό, όπου μέσα σ’αυτό εκφράζεται η διαμαρτυρία των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα, αλλά ταυτόχρονα εκφράζει και μια γενικότερη στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς την οικολογία και αυτό ως γεγονός αποτελεί ένα θετικό γεγονός, ανεξάρτητα από την καθ’εαυτή πολιτική παρουσία ή απουσία των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ – ΠΡΑΣΙΝΩΝ.
Τα Ευρωπαϊκά θέματα απουσιάζουν δυστυχώς από την πολιτική αντιπαράθεση.
Ακόμη και το θέμα του τρόπου εκλογής των ευρωβουλευτών δεν θίγεται από κανένα. Ο σημερινός τρόπος είναι παρωχημένος και αντιδημοκρατικός, αφού οι ευρωβουλευτές μας δεν αναδείχνονται με την ψήφο των πολιτών -τουλάχιστον όσον αφορά το πρόσωπο-, αλλά με την επιβολή των επιλογών του κάθε αρχηγού ή της κάθε φορά κομματικής πλειοψηφίας, στο ψηφοδέλτιο του κάθε κόμματος. Ακόμη και τα κόμματα που έκαναν δημοψηφίσματα για την επιλογή των ευρωβουλευτών, όπως ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ, αυτή η δημοκρατική διαδικασία ακυρώνεται στη συνέχεια, αφού ο πολίτης δεν έχει το δικαίωμα να επιλέξει τον ευρωβουλευτή που θέλει από το ψηφοδέλτιο του κόμματος. Αυτή είναι η μία πλευρά του θέματος ευρωεκλογές. Η άλλη πλευρά και η ουσιαστικότερη, είναι το περιεχόμενο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Ένα στοιχείο που συμβάλλει στην αδιαφορία των πολιτών, αφού διαπιστώνουν για άλλη μια φορά ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας και κυρίως τα δύο κόμματα του δικομματισμού, για άλλη μια φορά δεν συζητάνε για το μέλλον της χώρας και της Ευρώπης, αλλά επιδίδονται σε κοκορομαχίες εντυπωσιασμού.
Όμως τα ερωτήματα που αφορούν την ευρώπη είναι πραγματικά και επιμένουν για πειστικές απαντήσεις από τον κάθε φορέα που ζητά την ψήφο του ελληνικού λαού.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πέρασε από διάφορες φάσεις. Στα χρόνια που πέρασαν και ειδικότερα μετά το 1981, σε πολλά θέματα οι έλληνες πολίτες είδαν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «πακέτα». Το 1ο, 2ο, 3ο και τώρα το 4ο (ή ΕΣΠΑ) Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (ΚΠΣ). Δισεκατομμύρια ευρώ είναι αλήθεια διοχετεύθηκαν μέσα από διάφορα προγράμματα και είχαν ως στόχο, την εναρμόνιση της Ελλάδας στα ευρωπαϊκά δεδομένα και τον εκσυγχρονισμό της. Τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα έργα υποδομών της χώρας έγιναν με την ενίσχυση κοινοτικών κονδυλίων. Ένα μεγάλο τμήμα του εθνικού μας δικαίου σήμερα είναι αποτέλεσμα των κοινοτικών οδηγιών και κανονισμών. Η ευρωπαϊκή κουλτούρα, το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι, βοήθησε την ελληνική κοινωνία να ξεπεράσει φόβους και άγονους εθνικισμούς. Βεβαίως σε όλα αυτά τα χρόνια, χάθηκαν πόροι, υπήρξε πολλές φορές κατασπατάληση πόρων σε ανούσιες επενδύσεις και για εξυπηρέτηση ημετέρων, διάφοροι αετονύχηδες της κάθε εξουσίας οικειοποιήθηκαν οικονομικές ενισχύσεις που προορίζονταν για άλλους σκοπούς. Όμως το γενικό ισοζύγιο της συμμετοχής της χώρας μας στην ΕΕ, εκτιμάται θετικό για τη χώρα μας και αυτό αναδείχνεται σε κάθε μέτρηση της κοινής γνώμης.
Σήμερα η ΕΕ των 27 πλέον χωρών μετά την είσοδο των πρώην χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», περνάει μια μεταβατική φάση. Υπάρχει μια σοβαρή στασιμότητα που απογοητεύει τους λαούς και δημιουργεί όλο και περισσότερους «ευρωσκεπτικιστές». Οι μεγάλες διαφορές στα επίπεδα των χωρών σε κάθε τομέα, η υποχώρηση των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων στις χώρες της Ευρώπης, σε συνδυασμό με τα υπαρκτά δημοκρατικά ελλείμματα της Ένωσης, έχουν δημιουργήσει μεγάλα ανασταλτικά εμπόδια μιας προοδευτικής πολιτικής εξέλιξης και μιας δημοκρατικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα, μια πολύ ισχυρή οικονομική δύναμη, είναι μια πολύ αδύνατη πολιτική δύναμη στο παγκόσμιο επίπεδο. Σε συνθήκες μιας πρωτόγνωρης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η Ευρώπη στέκεται αδύναμη να αρθρώσει μια ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση που θα ξεπερνάει το σημερινό status quo και θα αναδεικνύεται σε μια δύναμη που θα επηρεάζει θετικά τις παγκόσμιες εξελίξεις.
Αρα τα ζητούμενα σήμερα θα έπρεπε να είναι ποιά Ευρώπη θέλουμε. Με ποιο τρόπο θα διευρύνουμε τη δημοκρατία και τη συμμετοχή των πολιτών. Πως οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα γίνουν δημοκρατικότεροι και οι πολίτες θα έχουν ουσιαστικότερο ρόλο στα ευρωπαϊκά πράγματα. Και μέσα στα πλαίσια αυτά να αναζητηθούν οι πολιτικές συμμαχίες και συναντήσεις εκείνων των δυνάμεων που έχουν μια κοινή αντίληψη για το μέλλον της Ευρώπης. Οι πολιτικοί φορείς που επιμένουν να περιορίζουν τις πολιτικές τους στα πλαίσια των εθνικών συνόρων απορρίπτοντας κάθε μορφής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης κλείνουν στην ουσία τα μάτια τους στην πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα λέει ότι είμαστε ήδη ένα παγκόσμιο χωριό, όπου ένα «πέταγμα μιας πεταλούδας στον Αμαζόνιο δημιουργεί μια καταιγίδα στην Ευρώπη» για να παραφράσω μια γνωστή παρομοίωση της θεωρίας του χάους. Και σ’αυτό το παγκόσμιο χωριό οι δυνάμεις της εργασίας, της οικολογίας και του πολιτισμού, αν δεν βρουν ένα κοινό δρόμο συνάντησης και συνεννόησης, τότε τους όρους της εξέλιξης αυτού του παγκόσμιου χωριού θα τους καθορίσουν κάποιοι άλλοι. Και ο ρόλος τους θα περιοριστεί στο να καταγγέλλουν τις εξελίξεις και να καλούν σε ανυπακοή και απειθαρχία τους πολίτες για να δικαιολογούν την πολιτική τους ανυπαρξία.
Μάϊος 2009