Από την παρουσίαση του βιβλίου "Η Μάχη των Ιδεών" στην Αθήνα Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025 (Ξενοδοχείο Stanley)
Ο πρώτος ομιλήτης ήταν ο Γιάννης Μεϊμάρογλου εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού "Μεταρρύθμιση" και συνδέθηκε διαδικτυακά μαζί μας, αλλά δυστυχώς για τεχνικούς λόγους δεν έχουμε σε βίντεο την ομιλία του, γι αυτό την παραθέτουμε στην συνέχεια. Τις υπόλοιπες παρεμβάσεις μπορείτε να τις δείτε στο συνημμένο βίντεο.
Γιάννης Μεϊμάρογλου
Η «μάχη των ιδεών» είναι το τελευταίο βιβλίο του Δρ Κώστα Χαϊνά, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις InfoSoft. Ο συγγραφέας δεν έχει λείψει από καμιά ιδεολογική και πολιτική μάχη της μεταπολίτευσης μέσα από τις γραμμές της Κεντρο-Αριστεράς την οποία υπηρέτησε με συνέπεια στις αρχές και τις πεποιθήσεις του εκφράζοντας με τόλμη τις απόψεις του για να τις συζητήσει και όχι για να τις επιβάλλει. Άνθρωπος ήπιος, του δημοκρατικού διαλόγου που ξέρει να ακούει και να σέβεται τις απόψεις των άλλων, όσο διαφορετικές κι αν είναι.
Τα δύο πρώτα Μέρη του έργου του Χαϊνά αναφέρονται στη σύγκρουση μεταξύ του Σοσιαλισμού και του Φιλελευθερισμού τόσο στα θέματα της Οικονομίας όσα και της Έρευνας και της Τεχνολογίας. Η αντιπαράθεση γίνεται με στοιχεία θεμελιωμένα στις σχετικές έρευνες και τις αναλύσεις και προετοιμάζουν τον αναγνώστη για το τρίτο κεφάλαιο της «μάχης των ιδεών» που σφραγίζει τη σύγκρουση, αφήνοντας το αποτύπωμά της στη διαμόρφωση των συσχετισμών στον πλανήτη αλλά και στη χώρα μας.
Η αντιπαράθεση αυτή δεν είναι βέβαια ούτε πρόσφατη ούτε αποκλειστικά ελληνική. Στην Ελλάδα, ωστόσο ενώ είχε διευθετηθεί με βάσει τις διεθνείς συμφωνίες και την κατάληξη του εμφυλίου, αναζωπυρώθηκε μεταπολιτευτικά δίνοντας μάλιστα στην Αριστερά και ένα ηθικό προβάδισμα-πλεονέκτημα το οποίο η ίδια σπατάλησε στην πορεία με προκλητική χρήση των δικαιωμάτων που της παρείχε ο όρος. Το πρόσωπο που έδειξε η κυβερνώσα Αριστερά, ερχόμενη στην εξουσία, κάθε άλλο παρά δικαίωσε τις προσδοκίες των μελών της και των φίλα προσκείμενων.
Σύμφωνοι, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς. Μετά από την επτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών έρχεται ένα κόμμα και προτείνει μια άλλη δικτατορία; Η απάντηση του καθηγητή σε μια σχολή εκπαίδευσης κομματικών στελεχών στο εξωτερικό ήταν καταπέλτης. «Η χούντα των συνταγματαρχών ήταν ιμπεριαλιστική, η δική μας είναι σοσιαλιστική, δηλαδή είναι δικτατορία των πολλών. Η Δημοκρατία χρειάζεται όταν υπάρχουν πολλά κόμματα, που εκφρράζουν το καθένα και τα συμφέροντα μιας διαφορετικής τάξης. Στο δικο μας σύστημα υπάρχουν μόνο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και η εργατική της πρωτοπορία που τα εκπροσωπεί. Γι αυτό και είναι η τέλεια Δημοκρατία»!
Με το δεύτερο κεφάλαιο του Κώστα τα πράγματα ήταν ακόμα πιο απλά για τον καθηγητή της σοσιαλιστικής πολιτικής οικονομίας: «Οι καπιταλιστές, για να μην χάσουν τα κέρδη τους, χώνουν κάθε καινοτομία τα συρτάρια τους, σε αντίθεση με τον Υπαρκτό Σοσιαλισμό. Στην πράξη όμως έγινε το ακριβώς αντίθετο, με το τείχος να γίνεται σμπαράλια ενώ στα σοσιαλιστικά καταστήματα, οι αγοραπωλησίες γινόντουσαν ακόμα με τους άβακες. Την ψηφιακή εποχή δεν την γνώρισε ο «Υπαρκτός» παρά μόνο εκεί που εξυπηρετούσε την προπαγάνδα του και την παγκόσμια προβολή των επιτευγμάτων του, δηλαδή στο διάστημα και το φεγγάρι. Ο λόγος της κατάρρευσης δεν ήταν άλλος από την ήττα της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς από τον φιλελεύθερο ανταγωνισμό.
Το ερώτημα που δημιουργείται είναι αν άξιζε -και αν αξίζει ακόμα- μια τέτοια συνεχής αντιπαράθεση για ένα διακύβευμα που δεν φαίνεται να απασχολεί μεγάλο μέρος της κοινωνίας αφού το ΚΚΕ, σε ελάχιστες περιπτώσεις ξεπέρασε το όριο του 10% ακόμα και τότε που διεκδίκησε μετ’ επιτάσεως να λάβει το 17% του εκλογικού σώματος. Δεν είναι έτσι. Τις ακραίες και απλοποιητικές αυτές ερμηνείες περί «μαρασμού» και «σαπίσματος» του καπιταλισμού ασπαζόταν, για μεγάλο χρονικό διάστημα, εκτός από διάφορες αριστερές ομάδες και σημαντικό κομμάτι του κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ που μόνο κατ’ όνομα εκπροσωπούσε επί δεκαετίες στην πράξη τη σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα. Μέχρι τα χρόνια του Σημίτη δηλαδή. Μέχρι τότε ήταν ένα ιδιότυπο τριτοδρομικό προσωπικό κόμμα που έβγαζε φλύκταινες στο άκουσμα του όρου «φιλελευθερισμός».
Ο «αντιφιλελευθερισμός» δεν μετριάστηκε καθόλου στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Αντίθετα πήρε νέες, πανελλήνιες διαστάσεις καθώς στο αντι-ευτωπαϊκό δημοψήφισμα που προκήρυξε ο Αλέξης Τσίπρας το 2015 ως Πρωθυπουργός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, εξελίχθηκε θριαμβευτικά σε πανελλαδικό, πλειοψηφικό ρεύμα. Στις μέρες μας το ρεύμα αυτό είναι το γνωστό διακομματικό φιλοπουτινικό μέτωπο που αντιδρά ενωμένο κάθε φορά που η Ελλάδα και η Ευρώπη ενισχύουν την Ουκρανία, έστω κι αν η αντίδραση αυτή συνιστά άμεση στήριξη σε ένα ολοκληρωτικό-αυταρχικό καθεστώς. Είναι το μέτωπο των κάθε λογής, δεξιών και αριστερών λαϊκιστών - με τον πολιτικό προσδιορισμό «δεξιών-αριστερών» να περισσεύει εντελώς - καθώς και των διαφόρων εθνικιστών, σκοταδιστών, εργαλειοποιητών του ανθρώπινου πόνου κλπ.
Ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου αποτελεί απόδειξη της ποιότητας του ύφους και του ήθους του Κώστα Χαϊνά. Δεν αποτυπώνει κάποια σπουδαία ρήση ή κάποιο μεγαλεπίβολο όραμα ή, έστω, κάποια γεωγραφική ονομασία που να παραπέμπει σε Ομηρικό ή άλλο έπος της μυθολογίας μας. Ο Κώστας δεν ήταν ποτέ άνθρωπος των μύθων και των παραμυθιών. Ήταν, όπως φαίνεται τόσο σε αυτό όσο και σε προηγούμενα βιβλία του, άνθρωπος των στοιχείων και των αριθμών που ούτε ωραιοποιούν τις καταστάσεις ούτε συναισθηματικά τις επηρεάζουν. Ο Χαϊνάς είναι ο γραφιάς της αντικειμενικής επιστημονικής ανάλυσης των δεδομένων.
Αποπνέει όμως και κάτι ακόμα αυτό το βιβλίο. Τον τρόπο που παρουσιάζεται ο τίτλος του: «Η μάχη των ιδεών». Ούτε καθοδηγητικές προστακτικές του τύπου «Να κερδίσουμε τη μάχη των ιδεών» που θα βάζαμε οι Κνίτες, ούτε εξαντλητικές αυτοκριτικές του τύπου «Άλλη μια χαμένη μάχη» που θα έβαζαν οι φίλοι μας οι Ρηγάδες ούτε καν ένα ερωτηματικό που θα μπορούσε να εκληφθεί ως υποψία προδιάθεσης για την άποψη του συγγραφέα. Τίποτα από όλα αυτά. «Η μάχη των ιδεών», σκέτο. Ίσα ίσα για να ξεκινήσει ο διάλογος. Σε αυτή τη μάχη θα σταθούμε αποφασιστικά στο πλευρά της υπεράσπισης των αρχών και των αξιών της φιλελεύθερης δημοκρατίας σε μια περίοδο πολύ κρίσιμη για την πορεία της χώρας, την ευρωπαϊκή ενοποίηση και το μέλλον του πλανήτη.