Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

Πολυπολιτισμικότητα και κάποιες αναθεωρήσεις

 

Με αφορμή τις τελευταίες τρομοκρατικές αιματηρές επιθέσεις σε πόλεις της Γαλλίας, αλλά και τα μεγάλα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες περνούν μια φάση αμφισβήτησης της πολύ-πολιτισμικής κοινωνίας. Τον προηγούμενο αιώνα και ιδιαίτερα μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η πολυπολιτισμικότητα της Ευρώπης ήταν μια πραγματικότητα. Εκατομμύρια μη Ευρωπαίοι κυρίως από χώρες της Ασίας και της Αφρικής, κατέκλυσαν τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις για μια καλύτερη ζωή ως μετανάστες, είτε διωκόμενοι από τα αυταρχικά απολυταρχικά καθεστώτα των χωρών τους. Η ενσωμάτωση και η ένταξή τους ήταν το ζητούμενο [1.1]. Και εν πολλοίς, το εγχείρημα αυτό σε μεγάλο βαθμό είχε επιτυχία. Οι Ευρωπαίοι πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία πίστεψαν και υπερασπίστηκαν όλες τις φάσεις του ευρωπαϊκού νεωτερισμού, κόντρα σε κάθε είδους αποκλεισμό, ξενοφοβία, ρατσισμό και εθνικισμό.

Στις αρχές του νέου αιώνα έχουμε όμως κάποια γεγονότα που δημιουργούν νέα δεδομένα στις κοινωνίες της Δύσης. Το 2001 έχουμε τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Νέα Υόρκη και ακολουθούν οι τρομοκρατικές δολοφονικές επιθέσεις με πολλούς νεκρούς, σε δύο εβραϊκές συναγωγές στην Κωνσταντινούπολη το 2003, σε τρένα και σιδηροδρομικούς σταθμούς στην Μαδρίτη το 2004, σε σταθμούς και λεωφορεία στο Λονδίνο το 2005, στα γραφεία του σατυρικού περιοδικού Charlie Hebdo το 2015,στο Βερολίνο το 2016, στο Μάντσεστερ το 2017 και αυτές τις μέρες ζήσαμε την δολοφονία του καθηγητή που δίδασκε την ελευθερία της έκφρασης και την επίθεση στην εκκλησία με τρεις νεκρούς, από φανατικούς ισλαμιστές. Τα δεδομένα αλλάζουν, έτσι μας υποχρεώνουν να ξαναδούμε κάποιες πλευρές που συνδέονται με λεπτά θέματα και όρους συμβίωσης διαφορετικών πολιτισμών, θρησκευτικών παραδόσεων, προλήψεων και προκαταλήψεων που κουβαλά ο καθένας ατομικά ή μια κοινωνική ή εθνοτική ομάδα που ζει σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη. Ακόμη και τα παιδιά των μεταναστών 2ης και 3ης γενιάς φαίνεται ότι “κουβαλούν” ακόμη στο υποσυνείδητο τους προλήψεις ή προκαταλήψεις ή αποδεικνύονται ευάλωτοι της προπαγάνδας ενός επιθετικού προς την Δύση Ισλάμ. Μια ευρωπαϊκή πόλη τελείως διαφορετική με την ευρωπαϊκή πόλη του προηγούμενου αιώνα, όπου η ένταξη και ενσωμάτωση ενός διαφορετικού ανθρώπου στην κοινωνία, αποτελούσε μέγιστη φροντίδα του ευρωπαϊκού Κράτους πρόνοιας, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας και τα κατάφερε σε μεγάλο βαθμό. Σήμερα όμως, μετά τους περιφερειακούς πολέμους, τη λεγόμενη “Αραβική Άνοιξη” και τη μαζική μετεγκατάσταση εκατομμυρίων μη Ευρωπαίων σε πόλεις της Ευρώπης, οι κοινωνίες αυτές είναι πολύ διαφορετικές. Αυτά τα γεγονότα σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση ομάδων και στρωμάτων των ευρωπαϊκών πόλεων, ενεργοποίησαν με τη βοήθεια ενός επιθετικού μουσουλμανικού ριζοσπαστισμού που αναδείχθηκε στις χώρες κυρίως που έζησαν αυτούς τους πολέμους, ακόμη και σε μετανάστες δεύτερης και τρίτης γενιάς, θυμικά και ανορθολογισμούς που ήταν θαμμένα πολύ βαθιά μέσα τους. Και ο πόλεμος μεταφέρεται στις πόλεις με τη μορφή των μαζικών τρομοκρατικών χτυπημάτων. Και το διακύβευμα είναι τεράστιο. Αφορά αυτό που λέμε ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η ανεκτικότητα στη διαφορετικότητα, η ενιαία Ευρώπη χωρίς εσωτερικά σύνορα, το Κράτος πρόνοιας, η Ευρωπαϊκή Ένωση σε τελική ανάλυση. Κάποια πράγματα, λοιπόν, χρειάζονται επαναπροσέγγιση και ενδεχομένως αναθεώρηση. Και κυρίως τι σημαίνει ανεκτικότητα, ένταξη, ενσωμάτωση και πολυπολιτισμικότητα για τις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Γιατί πάνω σε αυτά τα υπαρκτά προβλήματα ενσωμάτωσης, βασίζεται η ενίσχυση των πιο εθνικιστικών και ξενοφοβικών δυνάμεων της Ευρώπης, οι οποίες απειλούν με ματαίωση το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Ας ελπίσουμε ότι τα τελευταία γεγονότα είναι μεμονωμένες τρομοκρατικές ενέργειες και δεν αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου επίθεσης ενάντια στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, τη δημοκρατία και την ελευθερία, των πιο σκοτεινών και αντιδραστικών ιδεολογιών της σύγχρονης εποχής. Όμως ανεξάρτητα αν εντάσσονται ή επιδιωχθεί στο μέλλον να ενταχθούν σε ένα σχέδιο επίθεσης σ’ αυτό που αποκαλούμε δυτικό τρόπο ζωής, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί χρειάζεται να αφυπνιστούν και να ενεργήσουν όπως απαιτεί η συγκυρία. Δεν αρκούν σήμερα τα μηνύματα συμπαράστασης στα θύματα και στις ηγεσίες των χωρών που δέχθηκαν τις δολοφονικές τρομοκρατικές επιθέσεις.

 

Κάποια πράγματα που αφορούν κυρίως τη χώρα μας. Ασφαλώς ο καθένας είναι ελεύθερος να επιλέγει τη θρησκεία του ή να είναι άθρησκος ή αγνωστικιστής ή άθεος. Να το δηλώνει ή να μην το δηλώνει με τρόπο που να μην ενοχλεί τον άλλον. Κανένας όμως δεν πρέπει να υποχρεώνεται να εκφράζει ή να δηλώνει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ποτέ και πουθενά. Ούτε και η πολιτεία έχει δικαίωμα να ζητά από κάποιον πολίτη να δηλώνει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις ή με ποιον τρόπο θα ορκιστεί όταν αναλαμβάνει μια δημόσια θέση. Είναι απαράδεκτο σήμερα, για παράδειγμα, ακόμη και μετά την καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, να ζητεί ο δικαστής σε μια δίκη από τους μάρτυρες, αν θα ορκιστούν θρησκευτικά ή όχι, ή ακόμη στις δημόσιες ορκωμοσίες θεσμικών οργάνων της πολιτείας να ζητούν από αιρετούς με ποιον τρόπο θα ορκιστούν και αυτό να καταχωρείται στα πρακτικά της ορκωμοσίας! Αυτά πρέπει να καταργηθούν άμεσα και νομοθετικά με την καθιέρωση σε όλα τα επίπεδα και για όλους, του πολιτικού όρκου. Παραβιάζουν ανοικτά τα δικαιώματα των ανθρώπων περί θρησκευτικής ελευθερίας και περί μη υποχρέωσης να δηλώνουν την θρησκευτικότητα τους.

 

Ένα θέμα που απασχόλησε πρόσφατα ορισμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες αφορά τη χρήση διαφόρων συμβόλων ή ενδυματολογικών χαρακτηριστικών που παραπέμπουν σε μια θρησκεία. Για τη χρήση της μαντίλας ή της μπούρκας γίνεται μεγάλη συζήτηση σήμερα σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Γιατί η μπούρκα δεν αφορά ένα ιδιαίτερο τρόπο αμφίεσης. Είναι χαρακτηριστική αμφίεση ενός καταπιεστικού και αυταρχικού ισλαμικού καθεστώτος. Δεν είναι θέμα κάποιας ελεύθερης επιλογής στην αμφίεσης. Και δεν είναι απλά ότι μια προκλητική προβολή μιας δοξασίας ή ενός θρησκευτικού δόγματος μπορεί να προκαλέσει από μετριοπαθείς μέχρι ανεξέλεγκτες αντιδράσεις, που σίγουρα λειτουργούν διασπαστικά στον κοινωνικό ιστό και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγονται. Το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Μια μαθήτρια, για παράδειγμα, δεν μπορεί να πηγαίνει στο σχολείο ή στην παρέλαση με μπούρκα ή με έναν επιδεικτικό σταυρό απέξω από τα ρούχα της. Το Σχολείο πρέπει να είναι χωνευτήρι των πολιτισμικών διαφορών και όχι τόπος ανάδειξης τους. Αυτά τα θέματα πρέπει να λυθούν και να αντιμετωπισθούν και θεσμικά ενδεχομένως, μετά από μια μεγάλη και ανοιχτή συζήτηση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, χωρίς να αφήσουμε να δημιουργείται προηγούμενο της οποιασδήποτε νομιμοποίησης, αλλά και χωρίς να αφήσουμε να επικρατήσουν ρατσιστικές και ξενοφοβικές αντιλήψεις. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να διαχωριστεί πλήρως η λειτουργία του σχολείου και γενικά του κάθε ευρωπαϊκού κράτους από την κυρίαρχη χριστιανική εκκλησία, την οποία ασφαλώς τιμούμε και σεβόμαστε ως παράδοση και όχι μόνο, αλλά ως εκεί. Άλλωστε η ίδια η Χριστιανική  Θρησκεία ορίζει την θρησκευτικότητα και την πίστη του καθένα ως ατομικό δικαίωμα και ως προσωπική υπόθεση. Δεν μπορεί να έχει ρόλο λοιπόν στην εκπαίδευση, στη διοίκηση και στην αυτοδιοίκηση και στις αίθουσες των δικαστηρίων. Το μάθημα των θρησκευτικών, σε όποια ευρωπαϊκή χώρα υπάρχει ακόμη ως ομολογιακό μάθημα (π.χ. Ελλάδα), να μετεξελιχθεί σε μάθημα ιστορίας των θρησκειών, όπου θα συμμετέχουν όλοι οι μαθητές, χωρίς να ενδιαφέρει κανέναν το θρήσκευμά τους. Η πρωινή προσευχή, όπου ισχύει, να αντικατασταθεί με ένα κείμενο ή μια παραίνεση του διευθυντή του σχολείου ή κάποιου καθηγητή, που θα γίνεται με αφορμή ένα πραγματικό γεγονός του σχολικού περιβάλλοντος που θα λειτουργεί διαπαιδαγωγικά.

 

Υπάρχουν πολλές ενστάσεις για τη λειτουργία του Ισλάμ, ως Δικαιϊκό Σύστημα, όπως το ίδιο αυτοκαθορίζεται για τους μουσουλμάνους πολίτες των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Και αυτό είναι το πιο σοβαρό πρόβλημα με το Ισλάμ, που επιδιώκει να λειτουργεί ως ένα σύστημα ρύθμισης όλων των σχέσεων του ανθρώπου με την κοινωνία και την πολιτεία και όχι μόνο των θεμάτων που αφορούν τη θρησκευτική πίστη του κάθε Μουσουλμάνου Ευρωπαίου πολίτη. Οι ομιλίες και τα κείμενα ακόμη και των πιο μετριοπαθών εκπροσώπων του Ισλάμ, είναι κείμενα με τα οποία εμφανώς το Ισλάμ διεκδικεί ρόλο για τη διευθέτηση θεμάτων, που αφορούν μουσουλμάνους πολίτες μιας ευρωπαϊκής χώρας, όμως πολύ πέρα από αυτό που θα ήταν φυσιολογικό για ένα θρησκευτικό δόγμα. Είναι ανεπίτρεπτο σε χώρες της Ευρώπης που πέρασαν με μεγάλες θυσίες, πολέμους με εκατοντάδες χιλιάδες  θύματα από τη βαρβαρότητα της Ιεράς Εξέτασης του Θρησκευτικού Χριστιανικού Μεσαίωνα στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, η δυνατότητα να επιλύουν θέματα αστικών ή οικογενειακών διαφορών άτομα ή ακόμη και θεσμοί όπως ο Μουφτής ή ο Ιμάμης,  σύμφωνα με τον μουσουλμανικό Νόμο (Σαρία). Για παράδειγμα, ο τρόπος λειτουργίας των Μουφτήδων στη βόρεια Ελλάδα χρειάζεται αναθεώρηση. Οι Μουφτήδες στην περιοχή αυτή της Ελλάδας παίρνουν αποφάσεις με βάση τον μουσουλμανικό Νόμο (Σαρία), πάνω σε διαφορές μεταξύ Ελλήνων μουσουλμάνων. Μια γνωστή περίπτωση είναι μια απόφαση ενός Μουφτή της Θράκης, να μην αναγνωρίσει την κληρονομιά που άφησε ο αποθανών σύζυγός μιας γυναίκας και να λειτουργήσει υπέρ των συγγενών του [1.2]. Και επειδή το ελληνικό δίκαιο αναγνωρίζει, χωρίς να μπορεί να παρέμβει, τις αποφάσεις των Μουφτήδων, ορισμένες απ΄αυτές έχουν παραπεμφθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Όλα αυτά πρέπει να τελειώσουν και όλες οι διαφορές να επιλύονται σύμφωνα με τους νόμους της κάθε χώρας, όπως γίνεται και με όλους τους υπόλοιπους μη μουσουλμάνους πολίτες της. Τα θέματα λοιπόν της μεταρρύθμισης του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, όσον αφορά τον ρόλο όλων των θρησκευτικών δογμάτων, είναι μια πρόκληση και ταυτόχρονα ένα βήμα για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και την ειρηνική κοινωνική συνύπαρξη όλων των πολιτών εντός της ΕΕ.

 

Υπάρχουν ανοιχτά θέματα, όσον αφορά κάποιες πλευρές της λειτουργίας της σύγχρονης πολυ-πολιτισμικής ευρωπαϊκής κοινωνίας σήμερα, οι οποίες - κατά την γνώμη μου - χρειάζονται αναθεώρηση. Ιδιαίτερα, όταν έρχονται θρησκευτικά δόγματα, που όχι μόνο θέλουν να λειτουργούν ισότιμα με τα υπόλοιπα θρησκευτικά δόγματα (που είναι θεμιτό), αλλά διεκδικούν ιδιαίτερο θεσμικό και δικαιϊκό ρόλο στις δικές μας κοινωνίες, για πολίτες που όμως οι ίδιοι επιλέγουν να θέλουν να πολιτογραφηθούν ως Ευρωπαίοι πολίτες, ή έστω θέλουν να συμβιώσουν μαζί μας. Και στην χειρότερη εκδοχή του το Ισλάμ που θεωρεί τους αλλόπιστους ως άπιστους, οι οποίοι έχουν δύο επιλογές σύμφωνα με την θρησκεία τους, όταν βρεθούν στην δικαιοδοσία του. Είτε να γίνουν Μουσουλμάνοι, είτε να εξοντωθούν ως άπιστοι. Γιατί η ιδιαιτερότητα με το Ισλάμ το οποίο υποτιμούν πολλοί στην ανάλυση τους, είναι ότι δεν αποτελεί μια θρησκεία σαν τις άλλες. Θέλει και να καθορίζει τις τύχες μιας χώρας που κυριαρχεί με κάθε μέσον, να Κυβερνά δηλαδή με τους δικούς του νόμους, όπως γίνεται σήμερα στο Ιράν. Αυτά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά από τις δυτικές κοινωνίες που πέρασαν από την φωτιά και το σίδερο του μεσαίωνα, για να φτάσουν σήμερα να ζουν με δημοκρατία και ελευθερία. Δεν χρειάζεται να ορθώσουμε τείχη με τις μουσουλμανικές χώρες. Αυτό θα βόλευε πολύ τους φανατικούς μουσουλμάνους. Αντίθετα η ανάπτυξη κάθε είδους σχέσεων μαζί τους είναι το μέσον μιας ειρηνικής συμβίωσης και απομόνωσης των φανατικών εντός των χωρών αυτών. Και αυτό που πρέπει να πούμε τουλάχιστον στους ανθρώπους, μετανάστες και πρόσφυγες, πριν ακόμη ξεκινήσουν το βασανιστικό πολλές φορές για τους ίδιους ταξίδι προς τη Δύση, ότι στις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν κάποιοι κανόνες και νόμοι που πρέπει να υιοθετήσουν και με τους οποίους ενδεχομένως να μη συμφωνούν. Και όσοι δεν συμφωνούν είναι ανεπιθύμητοι. [1.3].

 

 

[1.1] Πολυπολιτισμική Ευρώπη.

http://www.eliamep.gr/category/migration/multicultural-europe/ 

[1.2] Ελλάδα: Η μόνη χώρα στην Ευρώπη που αποδέχεται τον ιερό νόμο του Ισλάμ. http://news247.gr/eidiseis/weekend-edition/ellada-h-monh-xwra-sthn-eyrwph-poy-apodexetai-ton-iero-nomo-toy-islam.3356302.html

[1.3] Σώτη Τριανταφύλλου. (2015). Πλουραλισμός, Πολυπολιτισμικότητα, Ενσωμάτωση, Αφομοίωση. Εκδόσεις Πατάκη.