(Το κείμενο είναι τα βασικά σημεία της παρέμβασης μου
στη σύσκεψη του Περιφερειακού Συμβουλίου Στερεάς Ελλάδας για το Περιφερειακό
Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, την Πέμπτη 25-1-2013)
1.Διαπιστώνεται μέσα από τη συζήτηση ένα βασικό
έλλειμμα που συνδέεται με αυτό που λέμε «περιφερειακή συνείδηση». Το νέο
θεσμικό πλαίσιο που εφαρμόστηκε πριν δύο χρόνια για τη νέα δομή της
αυτοδιοίκησης, έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα αλλά και περιορισμούς. Για
παράδειγμα το δίπολο που εμφανίσθηκε σε κάποιες τοποθετήσεις, ως αντιπαράθεση
Λαμίας – Χαλκίδας, μπορεί να βασίζεται σε κάποια υπαρκτά προβλήματα, δεν
αποτελεί όμως την ουσία του προβλήματος της περιφερειακής αυτοδιοίκησης. Το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται στην
ανάγκη ολοκλήρωσης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που χρειάζονται να γίνουν στο
θεσμό της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, ώστε να μπορέσει να παίξει τον
πραγματικό της ρόλο ως αυτοδιοίκηση της περιφέρειας και όχι ως ένας απλός διαχειριστής
και ενδιάμεσος της Κρατικής εξουσίας και της τοπικής αυτοδιοίκησης α’ βαθμού.
Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν σήμερα απλά να συζητά και αργότερα να
γνωμοδοτεί το Περιφερειακό Συμβούλιο, το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού
Σχεδιασμού για την Στερεά Ελλάδα και η τελική απόφαση να ανήκει στην κεντρική
εξουσία. Δηλαδή τι είδους περιφερειακή αυτοδιοίκηση υφίσταται, εάν δεν μπορεί
να συζητήσει και να αποφασίσει το Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού της
Περιφέρειάς του; Ασφαλώς παίρνοντας υπόψη τις γενικότερες κατευθύνσεις του
Γενικού Χωροταξικού Σχεδίου της χώρας. Είναι αστείο όμως ότι, ακόμη και για ένα
μικρό αγροτικό δρόμο της περιφέρειας, σήμερα αποφασίζει η κεντρική εξουσία. Άρα
χρειάζονται συμπληρωματικές, συγκεκριμένες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις του
υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου, που θα αναβαθμίζουν περαιτέρω την περιφερειακή
αυτοδιοίκηση, θα αναβαθμίζουν τον ρόλο του περιφερειακού συμβούλου και θα
παραχωρούν όχι μόνο τις αναγκαίες αρμοδιότητες που σήμερα συνεχίζουν να
παραμένουν αρμοδιότητα της κεντρικής εξουσίας, αλλά και τους απαραίτητους
οικονομικούς πόρους, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στο ρόλο μιας πραγματικής
αυτό-κυβέρνησης της περιφέρειας. Ένα δεύτερο έλλειμμα είναι η συμμετοχή της
αυτοδιοίκησης α’ βαθμού, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας στη συζήτηση αυτή. Ο
περιορισμός της συζήτησης σε ένα μικρό σύνολο «ειδικών» δεν βοηθά να εμπεδωθεί
αυτό που λέμε «περιφερειακή συνείδηση» και θα συνεχίζουμε να κυνηγάμε
ανεμόμυλους για το ποιος είναι «ριγμένος» στο δίπολο Χαλκίδα – Λαμία.
2.Ένα δεύτερο θέμα είναι αυτό που αναφέρεται στον
τίτλο της μελέτης της σημερινής συζήτησης. Μιλάμε για το Περιφερειακό Πλαίσιο
Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Δεν αρκεί σήμερα να μιλάμε απλά
για αειφορία στους τίτλους των θεμάτων και να δημιουργούμε την εντύπωση ότι
ξεμπερδέψαμε με την βιωσιμότητα της επιδιωκόμενης ανάπτυξης. Τα θέματα της αειφορίας χρειάζεται να
ενσωματώνονται οριζόντια και εγκάρσια σε όλες τις προβλεπόμενες κατευθύνσεις
και δράσεις οποιασδήποτε αναπτυξιακής κατεύθυνσης και πρωτοβουλίας. Και κυρίως
χρειάζεται να υπάρχει ο υποχρεωτικός ιστορικός απολογισμός των στρατηγικών που
εφαρμόστηκαν στο παρελθόν και αυτά πρέπει να αποτυπώνονται σε κάθε μελέτη που
θέλει να εκτιμήσει το προηγούμενο Περιφερειακό Πλαίσιο, πως και που
εφαρμόσθηκε, ποιες ήταν οι επιπτώσεις, τα θετικά και τα αρνητικά στο περιβάλλον
και στην κοινωνία γενικότερα. Χωρίς τέτοια αποτίμηση κάθε συζήτηση για το
νέο χωροταξικό πλαίσιο είναι άνευ ουσίας. Για παράδειγμα δεν πρέπει να
αποτιμήσουμε τι ακριβώς έγινε στην περιοχή του Ασωπού και της Μεσσαπίας και
είχαμε αυτή την μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή στον υδροφόρο ορίζοντα ; Ποιοι
ήταν οι παράγοντες που επέδρασαν στην περιβαλλοντική κατάρρευση ; Γιατί αφήσαμε
να διαιωνίζεται αυτή η άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση, χωρίς τις αναγκαίες
υποδομές και χωρίς κυρίως αυτό - να παρθούν έστω και εκ των υστέρων - κάποια
δραστικά μέτρα επανόρθωσης της καταστροφής; Και δεν μπορούμε πλέον να βαδίζουμε
με το δόγμα ότι κάθε βιομηχανική ανάπτυξη έχει και το ανάλογο κόστος. Γιατί
έχει αποδειχθεί πλέον ότι μπορεί να έχουμε και ανάπτυξη και ταυτόχρονα να
διασφαλίζουμε την αειφορία και την βιωσιμότητα. Αρκεί να υπάρχουν οι
απαραίτητες πολιτικές και η βούληση για εφαρμογή της νομοθεσίας. Και δυστυχώς
στις συγκεκριμένες περιπτώσεις δεν υπήρξε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
3.Ένα άλλο θέμα συνδέεται με τις νέες κατευθύνσεις
που ορίζονται από τη μελέτη και αφορούν την Αναπτυξιακή Στρατηγική της
Περιφέρειάς μας και ποιοι τομείς χρειάζεται να ενισχυθούν αξιοποιώντας τα
συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής. Και στο σημείο αυτό εκτιμώ ότι δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες
προσεγγίσεις και επεξεργασίες με αποτέλεσμα είτε να μην αναδεικνύονται οι
δυνατότητες της κάθε περιοχής, είτε οι προτεινόμενες αναπτυξιακές κατευθύνσεις
να μην είναι συμβατές με την φυσιογνωμία της κάθε περιοχής και αυτό που
ονομάζουμε «φέρουσα ικανότητα» όσον αφορά το περιβαλλοντικό βάρος. Θα
σημειώσω δύο παραδείγματα από την περιφερειακή ενότητα της Εύβοιας, χωρίς αυτό
να σημαίνει ότι αντίστοιχα παραδείγματα δεν θα μπορούσαμε ένα σημειώσουμε από
την υπόλοιπη περιφέρεια και τα οποία κάποιοι δήμαρχοι τα ανέδειξαν στην σημερινή
συζήτηση :
Α) Η περίπτωση της ανάδειξης του λιμανιού της Κύμης.
Προϋπόθεση όμως για να μπορέσει η Κύμη να αποτελέσει την ανατολική πύλη όχι
μόνο της Περιφέρειας αλλά και της χώρας είναι η κατασκευή του διαμήκη άξονα
Χαλκίδας – Κύμης, με την παράλληλη
ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου, αλλά και της νέας νομαρχιακής
υποθαλάσσιας ζεύξης στο στενό Μπούρτζι – Αυλίδα, σύνδεση όμως για την οποία δεν
ακούσαμε τίποτα.
Β) Η περίπτωση της ΒΙ.ΠΕ. (Βιομηχανική Περιοχή) της
Βορειοκεντρικής Εύβοιας και του αναπτυξιακού χαρακτήρα της περιοχής. Ενώ η
μελέτη αναφέρει σε πολλά σημεία τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της περιοχής που
συνδέονται, με τα ανενεργή σήμερα μεταλλευτικά του αποθέματα σε λευκόλιθο και
την ήπια αγροτική και τουριστική της ανάπτυξη, εμβόλιμα παρουσιάζει την διαδικασία για την δημιουργία ΒΙΠΕ
(Επιχειρηματικό Πάρκο τύπου Α, δηλαδή υψηλής όχλησης) και μιας γιγάντιας
θερμοηλεκτρικής μονάδας φυσικού αερίου 1160 MW, τρεις
φορές πιο μεγάλη απ’αυτήν του Αλιβερίου, του βασικού ενεργειακού Κέντρου της
Εύβοιας! Η μελέτη όμως δεν
τεκμηριώνει πουθενά γιατί παρουσιάζει (αν δεν εισηγείται), μια τέτοια βίαιη μεταβολή
του αναπτυξιακού χαρακτήρα της περιοχής, αναφέροντας μάλιστα και λανθασμένες
πληροφορίες, ότι σήμερα υφίσταται καθετοποιημένη μονάδα επεξεργασίας του
λευκόλιθου στο Μαντούδι, ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι όλες οι μεταλλευτικές εργασίες
στο Μαντούδι έχουν σταματήσει εδώ και δεκαπέντε περίπου χρόνια! Είναι γνωστό
ότι οι κάτοικοι της περιοχής δεν έχουν αντίρρηση για την ανάπτυξη της
μεταλλευτικής δραστηριότητας, ακόμη και μια μονάδα φυσικού αερίου των
παραγωγικών δυνατοτήτων αυτών του Αλιβερίου,
θα μπορούσε να είναι συμβατή με την αναπτυξιακή
φέρουσα ικανότητα της περιοχής, αλλά αυτή η γιγάντια μονάδα ανατρέπει
στην κυριολεξία την εικόνα της περιοχής και θα έχει επιπτώσεις όχι μόνο στην
Βόρεια Εύβοια, από το Μαντούδι έως τα Λουτρά της Αιδηψού, αλλά σε όλη την
Εύβοια. Όμως για τις δραστηριότητες αυτές αρκεί ένα Βιομηχανικό Πάρκο τύπου
Β, δηλαδή μεσαίας όχλησης και όχι ΒΙ.ΠΕ.. Και όλα αυτά τη στιγμή που δεν
υπάρχει καμιά πληροφόρηση για το είδος των βιομηχανικών δραστηριοτήτων που θα υποδεχθεί
ο προγραμματιζόμενος υποδοχέας (ΒΙ.ΠΕ.) και άλλων προβλημάτων, όπως η μεταφορά
της παραγόμενης ενέργειας και άλλα σοβαρά θέματα. Κάτοικοι της περιοχής είναι ανήσυχοι
για τις εξελίξεις και σας έχουν καταθέσει ήδη σχετικό υπόμνημα το οποίο σας
καταθέτω και σήμερα.
Συμπερασματικά
θα έλεγα ότι η συζήτηση για το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και
Αειφόρου Ανάπτυξης, να αποτελέσει την αφορμή μιας μεγάλης συζήτησης μέσα στην
κοινωνία και με την κοινωνία, με την συμμετοχή όλων των Δήμων, των κοινωνικών
και των επιστημονικών φορέων και ασφαλώς του Περιφερειακού Συμβουλίου, για το
ποια ανάπτυξη θέλουμε και ποιες προτεραιότητες θα θέσουμε για την κάθε περιοχή.
Χαλκίδα
25-1-2013
Κώστας
Χαϊνάς