Από το 2010 όταν η χώρα εισήλθε στην
εποχή των μνημονίων πέρασαν σχεδόν τρία χρόνια. Κάποιες πολιτικές δυνάμεις
επένδυσαν στην αντίθεση αυτή, μνημόνιο – αντιμνημόνιο και είναι αλήθεια ότι
τους βγήκε σχετικά καλά μέχρι σήμερα. Λέμε μέχρι σήμερα, γιατί ήδη έχουμε
περάσει σε μια νέα περίοδο ως χώρα, μετά τις τελευταίες αποφάσεις της ευρωζώνης
και έχουν δημιουργηθεί νέα δεδομένα τα οποία δεν μπορούν να διαβαστούν με τα
χτεσινά εργαλεία ενός «αντιμνημονιακού» λόγου. Και εξηγούμαι. Ποια είναι η αντίθεση
μνημόνιου - αντιμνημόνιου και πως εκφράζεται σήμερα ; Δεν θα εξετάσουμε εδώ αν
η υπογραφή του 1ου μνημονίου ήταν μονόδρομος. Όχι γιατί δεν έχουμε
να καταθέσουμε σοβαρή κριτική στην τότε Κυβέρνηση του «λεφτά υπάρχουν», για
τους χειρισμούς της και την υπογραφή τελικά του 1ου μνημονίου, ως μονόδρομο
για την αντιμετώπιση της άτακτης χρεοκοπίας της χώρας. Αλλά περισσότερο γιατί
μετά τις εκλογές του 2012, όπου ο λαός αποφάνθηκε δύο μάλιστα φορές, η περίοδος
αυτή είναι παρελθόν και αντικείμενο διερεύνησης περισσότερο για τους
ιστορικούς. Η ουσία είναι ότι η χώρα το 2010 ουσιαστικά χρεοκόπησε και οι
επιλογές ήταν ελάχιστες. Η αλήθεια
βέβαια είναι ότι αποφύγαμε τις γνωστές από τηλεοράσεως εικόνες της άτακτης χρεοκοπίας
μιας χώρας με λεηλασίες και άλλα θλιβερά και αποτρόπαια(βλέπε Αργεντινή).
Αλήθεια επίσης είναι ότι όλα αυτά τα αποφύγαμε, γιατί ήμασταν μέλος μιας μεγάλης
οικογένειας, της Ευρωπαϊκής οικογένειας και της ευρωζώνης. Τώρα εάν τα
υπογραφόμενα μνημόνια με τις διαπραγματεύσεις που έγιναν ή δεν έγιναν, θα
μπορούσαν να ήταν διαφορετικά ή καλύτερα, είναι δεύτερης τάξης ζήτημα και
μπορούμε πάντα να το συζητάμε και να εντοπίζουμε αδυναμίες, κενά ή
καθυστερήσεις.
Η ουσία λοιπόν είναι ότι αποδείχθηκε περίτρανα
ότι άλλος δρόμος από την διαπραγμάτευση με τους ευρωπαίους εταίρους δεν υπήρχε
και αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός της τελευταίας καλοδεχούμενης μεταστροφής
της πολιτικής της αξιωματικής
αντιπολίτευσης, που αναγνωρίζει πλέον ως προτεραιότητα την διασφάλιση της
παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη και της επαναδιαπραγμάτευσης της δανειακής
σύμβασης. Αυτό δηλαδή που έκανε και κάνει η σημερινή Κυβέρνηση. Διασφάλισε την παραμονή της χώρας στην
ευρωζώνη, επανάκτησε την εμπιστοσύνη των εταίρων μας και βελτίωσε τη διεθνή
εικόνα της χώρας, διαπραγματεύθηκε μαζί τους και τους όρους της συμφωνίας αυτής
τους έγραψε σε ένα μνημόνιο συνεργασίας, που πλέον αποτελεί νόμο του Κράτους.
Η ζωή θα δείξει κατά πόσο η συμφωνία αυτή ήταν επιτυχής μακροπρόθεσμα. Δηλαδή
κατά πόσο όχι απλά διέσωσε τη χώρα από την άτακτη χρεοκοπία και την φυγή της
από την ευρωζώνη, αλλά έθεσε και τις βάσεις για τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό
της χώρας.
Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο σήμερα. Η
ουσία των αλλαγών και των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που έχουμε ανάγκη ως χώρα σε
όλα τα επίπεδα. Και μέχρι στιγμής δεν μπορούμε να δηλώνουμε ικανοποιημένοι από
τον ρυθμό αλλά και από την ουσία των αλλαγών και των δημοκρατικών
μεταρρυθμίσεων. Για παράδειγμα δεν
μπορούμε να δηλώνουμε ικανοποιημένοι για τον τρόπο που συγκροτήθηκαν οι
διοικήσεις των ΔΕΚΟ. Στη φάση αυτή μπορεί να μην υπήρχε ο αναγκαίος χρόνος
για αξιόλογες και διαφανείς αξιοκρατικές διαδικασίες επιλογής των καλύτερων,
αλλά δεν δόθηκε ούτε καν ένα νέο δείγμα γραφής. Ούτε καν μια δέσμευση για το
μέλλον. Για παράδειγμα θα μπορούσε να λεχθεί ότι στο μέλλον, θα επεξεργασθεί
μια αντικειμενική διαδικασία με την σύμφωνη γνώμη και της Βουλής, ώστε η
επιλογή των επικεφαλής των μεγάλων δημόσιων οργανισμών και φορέων θα γίνεται
μόνο μέσα από ανοικτές δημοκρατικές αξιοκρατικές διαδικασίες, χωρίς
μικροκομματικές σκοπιμότητες δια την εξυπηρέτηση των ημετέρων και μόνο
δυνάμεων.
Η σημερινή Κυβέρνηση όμως δεν θα κριθεί αν
διέσωσε τη χώρα από την άτακτη χρεοκοπία και μόνο. Θα κριθεί πολύ περισσότερο
από το τι θα κάνει ή δεν θα κάνει, για το μεγάλο θέμα της μεταρρύθμισης του
Κράτους μας σε ένα Κράτος δικαίου, ένα Κράτος σύγχρονο, δημοκρατικό και
Ευρωπαϊκό. Βεβαίως η επιχείρηση αυτή δεν είναι καθόλου εύκολη. Δυνάμεις της συντήρησης και της
οπισθοδρόμησης, οχυρωμένοι στις δήθεν κατακτήσεις του χτες, αντιστέκονται
λυσσαλέα να μην αλλάξει τίποτα, έχοντας βέβαια τις περισσότερες φορές και την
πολιτική κάλυψη της αντιπολίτευσης. Αυτό όμως ήταν και είναι δεδομένο. Όσο
θα ξηλώνονται παράνομα προνόμια, όσο θα ξεσκεπάζονται ανομίες, όσο θα
αποκαθίστανται αδικίες, τόσο μεγαλύτερη αντίσταση θα προβάλλουν οι δυνάμεις του
χτες. Γι αυτό μια τέτοια επιχείρηση την αποκαλέσαμε Δημοκρατική
Επανάσταση. Γι αυτό μια τέτοια επιχείρηση μόνο μια μεγάλη συμμαχία από την
φιλελεύθερη δεξιά έως και την δημοκρατική αριστερά, μπορεί να την φέρει σε
πέρας. Γι αυτό επιμένουμε στην σχεδίαση και υλοποίηση ενός πραγματικού Εθνικού Σχεδίου
Ανόρθωσης.
Γιατί μόνο έτσι θα πιάσουν τόπο οι θυσίες
του ελληνικού λαού, οι περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις ακόμη και των
πιο ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων. Θα πρέπει η Κυβέρνηση να δώσει δείγματα
γραφής ότι το Κράτος είναι δίκαιο και είναι το ίδιο απέναντι σε όλους. Και δεν
ζητά θυσίες μόνο από τους πιο αδύνατους κοινωνικά. Η Κυβέρνηση θα έχει πετύχει τον στόχο της μόνο όταν, θα αφουγκραστεί αύριο
τον πιο αδύναμο κοινωνικά πολίτη και θα τον ακούσει να λέει ότι οι θυσίες του
έπιασαν τόπο. Όταν θα δει να ανοίγει μια νέα σελίδα στην πορεία της χώρας.
Όταν θα μειώνονται οι στρατιές των ανέργων. Όταν θα αντιστραφεί το κύμα
κλεισίματος επιχειρήσεων και θα ανοίξει μια νέα σελίδα για μια βιώσιμη ανάπτυξη
της χώρας, μέσα κυρίως από τους μεγάλους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας της
την αγροτική παραγωγή και τον τουρισμό. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούμε
να έχουμε σοβαρά αποτελέσματα σε τομείς όπως η μικρή μεταποιητική βιομηχανία
των αγροτικών μας προϊόντων, οι νέες τεχνολογίες και οι προηγμένες καινοτόμες
υπηρεσίες. Όταν λοιπόν αντιστραφεί αυτό το κλίμα, τότε θα μπορεί να λέει η
Κυβέρνηση ότι έκανε ένα πρώτο βήμα. Γιατί ασφαλώς θα μείνουν ακόμη πολλά να
γίνουν.
Επίσης ένα άλλο θέμα στο οποίο θα κριθεί
αυτή η Κυβέρνηση, είναι και το θέμα της κάθαρσης του δημόσιου βίου. Και η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ είναι ένα
δείγμα γραφής. Δεν είναι το μόνο. Παραμένουν ακόμη τα θέματα των μιζών για
τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και άλλα ανοικτά θέματα του αμαρτωλού δικομματισμού
του παρελθόντος. Οποιαδήποτε προσπάθεια κάλυψης πολύ περισσότερο συγκάλυψης,
τυχόν ποινικών ευθυνών του οποιονδήποτε, οπουδήποτε ψηλά και αν βρίσκεται,
ακόμη και αν κινδυνεύει η σταθερότητα της Κυβέρνησης, δεν θα πρέπει να γίνει ανεκτή από κανέναν. Η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ θα αποτελέσει εξετάσεις όχι μόνο για την
Κυβέρνηση, αλλά για όλο το πολιτικό σύστημα. Και θα πρέπει όλο το πολιτικό
σύστημα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων με υπευθυνότητα. Να
αντιμετωπίσει την πρόκληση, χωρίς αισθήματα εκδίκησης, χωρίς διαθέσεις
αναζήτησης αποδιοπομπαίων τράγων, ούτε με πρακτικές μικροκομματικής ωφελιμότητας,
αλλά με αίσθημα δικαίου, διαφάνειας και σεβασμού των κανόνων δικαίου.
Με αυτά ως δεδομένα, χάνεται
αντικειμενικά όλο και περισσότερο η ουσία της αντίθεσης μνημόνιο – αντιμνημόνιο
και ο διαχωρισμός των πολιτικών δυνάμεων σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς».
Γιατί η επιχειρηματολογία των «αντιμνημονιακών» δυνάμεων, στηρίχθηκε βασικά στο
θυμικό και στο συναίσθημα των πολιτών στην κρίσιμη περίοδο της κρίσης. Δεν
έλειψαν οι θεωρίες συνομωσίας από την επιχειρηματολογία αυτή. Βόλευε σε μεγάλο βαθμό για όλα τα
προβλήματα που είχε ο τόπος και η ελληνική κοινωνία να κηρυχθούν ως υπεύθυνοι,
το μνημόνιο, οι ξένοι δανειστές μας και εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που
τις περισσότερες φορές αποκαλούνταν τοκογλύφοι, κάποια ξένα κέντρα που θέλουν
να τελειώσουν την Ελλάδα, το ΔΝΤ το οποίο πότε έπαιρνε την μορφή του σατανά και
πότε του αγγέλου στην επιχειρηματολογία τους, ανάλογα εάν συνέφερε η κάθε φορά
στάση του διεθνούς αυτού οργανισμού, την επιχειρηματολογία των «αντιμνημονιακών».
Και μάλιστα η επιχειρηματολογία αυτή ήταν τόσο κοινή, ώστε πολλές φορές
μπερδευόσουν ποια ανακοίνωση ήταν της μιας ή της άλλης συνεπούς «αντιμνημονιακής»
δύναμης. Στην ουσία η επιχειρηματολογία αυτή απέκρυβε τις πραγματικές αιτίες
της Κρίσης, που συνδέονται με εξωγενείς παράγοντες (Καπιταλιστική κρίση,
ελλείμματα Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ.ά.), αλλά και κυρίως με τις εσωτερικές αιτίες
της κρίσης, όπως η 40ετής διακυβέρνηση της χώρας από το δικομματισμό και η
οικοδόμηση ενός σπάταλου, ελλειμματικού κομματοκρατούμενου πελατειακού
συστήματος, με το οποίο πρέπει να κάνουμε πόλεμο για την κατεδάφισή του.
Συμπερασματικά,
θα λέγαμε ότι ο στείρος «αντιμνημονιακός» αντιπολιτευτικός λόγος έφαγε τα ψωμιά
του. Η ζωή προχωρά, τα μέτωπα πλέον είναι άλλα και πολλά και εκεί δίνονται οι πραγματικές
μάχες. Όποια δύναμη εκστασιάζεται στην παρελθοντολογία του «αντιμνημονιακού»
της αγώνα, ας την αφήσουμε να μείνει στην έκστασή της και στη φτώχια του
πολιτικού της λόγου να κυνηγάει «αντιμνημονιακούς» ανεμόμυλους. Η κοινωνία θα
γυρίσει τις πλάτες της στις δυνάμεις αυτές, γιατί αυτό που την ενδιαφέρει δεν
είναι πλέον οι «αντιμνημονιακές» κορώνες, αλλά οι πραγματικές μάχες για τις
αλλαγές και τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα.
Χαλκίδα
8-1-2013
Κώστας
Χαϊνάς